Μια πλήρης γκάμα, μιας μεγάλης εταιρίας
Μέχρι τώρα πρέπει να έχετε συνηθίσει τις προερχόμενες από την Κίνα “ομοβροντίες”, με πολλές νέες εταιρίες να κάνουν την εμφάνισή τους, άμεσα ή έμμεσα, στις δυτικές αγορές. Τις περισσότερες φορές αυτό που βλέπουμε βέβαια είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, αφού πίσω από τα “περίεργα ονόματα” κρύβονται όμιλοι-κολοσσοί με το μέγεθος και τους κύκλους εργασιών τους να ζαλίζουν. Η Qianjiang (ή QJ Motor), αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση.
Πίσω από την QJ Motor βρίσκεται ο όμιλος Ζhejiang Qianjiang (και κυρίως η αυτοκινητοβιομηχανία Geely Group, ιδιοκτήτρια της Volvo και της Lotus!) υπό την σκέπη του οποίου συγκεντρώνονται ούτε λίγο, ούτε πολύ, 500 εταιρίες!
Τα αντικείμενα αυτών των εταιριών, οι οποίες συσπειρώνονται γύρω από… “υπο-ομίλους”, αφορούν την επιστήμη, την έρευνα, τη βαριά βιομηχανία, τις κατασκευές και το εμπόριο.
Σε ό,τι αφορά τα δίτροχα, η διαχείριση των εταιριών γίνεται μέσω του μικρότερου ομίλου Zhejiang Qianjiang Motorcycle Group Co.
Σε αυτό το σχήμα περιλαμβάνονται η QJ Motor, η Benelli (βεβαίως, βεβαίως), η Keeway και το (όπως ισχυρίζεται η εταιρία στο site της ) KSR Group στην Eυρώπη. Δηλαδή, στην τελευταία περίπτωση έχουμε όμιλο, μέσα στον όμιλο, που είναι “εντελώς Inception κατάσταση”!
Η QJ Motor είναι εισηγμένη φυσικά στο κινεζικό χρηματιστήριο, ενώ ο μητρικός όμιλος της Zhejiang, έχει έναν ετήσιο κύκλο εργασιών της τάξεως των 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ!
Είπατε τίποτα; Αν μη τι άλλο λοιπόν στέρεες οι βάσεις τις ιδρυθείσας το 1985 QJ Motor, που αποτελεί πλέον μια από τις μεγαλύτερες κατασκευάστριες μοτοσυκλετών της Κίνας.
Τα προϊόντα της με τα οποία είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι βέβαια εδώ στην Ευρώπη, είναι οι μοτοσυκλέτες της Benelli και τα σκούτερ και οι μοτοσυκλέτες της Keeway, ενώ σε ό,τι αφορά το KSR Group, αυτό αποτελεί μια επιχείρηση διανομής άλλων εταιριών στην Γηραιά Ήπειρο, μερικές εκ των οποίων δεν κατασκευάζονται κατ΄ανάγκη από την QJ Motor.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η QJ Motor έχει μια πολυπληθή γκάμα από τα 110 έως τα 750cc που περιλαμβάνει μοτοσυκλέτες, σκούτερ και παπιά, ενώ δεν λείπουν φυσικά και οι ηλεκτροκίνητες προτάσεις, οι οποίες προς το παρόν συμπεριλαμβάνουν αποκλειστικά αστικά μοντέλα μικρού βεληνεκούς.
Εμείς επιλέξαμε οκτώ μοντέλα 250 έως 750cc που θα μπορούσαν άνετα να κάνουν καριέρα στην Ευρώπη και την Ελλάδα και σας τα παρουσιάζουμε, καθότι ποτέ δεν ξέρεις, μπορεί σε λίγο καιρό να έχουμε μια γενικευμένη «απόβαση» της εταιρίας στα μέρη μας.
Ξεκινώντας από τα 250cc, το QJ 250 αποτελεί μια αντιπροσωπευτική πρόταση στα commuter με νεορετρό εμφάνιση, συνδυάζοντας την εμφάνιση της βρετανικής σχολής με στοιχεία scrambler. O κινητήρας είναι δικύλινδρος σε σειρά, αεροελαιόψυκτος, με χωρητικότητα 249cc και απόδοση 17 ίππους.
Όπως θα περίμενε κανείς από μια μοτοσυκλέτα αυτού του είδους, τα περιφερειακά είναι βασικά αλλά τα LED φώτα, ο ψηφιακός πίνακας οργάνων και η παροχή φόρτισης USB, αποτελούν σύγχρονα στοιχεία και στο σύνολό τους, καλό εξοπλισμό, για τα δεδομένα της κατηγορίας αυτής.
Το QJ350 είναι μια naked μοτοσυκλέτα με δυναμική εμφάνιση, που θυμίζει streetfighter. O κινητήρας είναι επίσης δικύλινδρος σε σειρά, αλλά σε αντίθεση με το προηγούμενο μοντέλο, αρκετά πιο σύγχρονος. Υγρόψυκτος, 8-βάλβιδος, με δύο επί κεφαλής εκκεντροφόρους και 353cc χωρητικότητα, αποδίδει 28 ίππους.
Το πλαίσιο είναι ατσάλινο χωροδικτύωμα και στα περιφερειακά η QJ Motor δεν έχει κάνει σκόντο, εξοπλίζοντας το μοντέλο με ανεστραμμένο πιρούνι, τρία δισκόφρενα «μαργαρίτες» και έκκεντρα εδρασμένο μονό αμορτισέρ. Αντίστοιχου επιπέδου είναι και ο εξοπλισμός, με έγχρωμη TFT οθόνη για πίνακα οργάνων, LED φώτα, δικάναλο ABS και φωτιζόμενους διακόπτες.
Τα ρετρό δεν θα μπορούσαν να λείπουν φυσικά, με το QJ500 να αποτελεί τον εκπρόσωπό τους. Λογικό το βάρος λοιπόν να έχει δοθεί στην εμφάνιση, με το μοντέλο να αναπαράγει κλασικές φόρμες.
Ο αερόψυκτος δικύλινδρος σε σειρά κινητήρας έχει χωρητικότητα 500cc και αποδίδει 25,4 ίππους, με τη ροπή στα 4,0 kg–m στις 4000 rpm, ενώ θυμίζει πολύ σχεδιαστικά τον μονοκύλινδρο των Benelli Imperiale. Οφείλουμε πάντως να πούμε, ότι τα Imperiale 400/530, είναι πιο προσεγμένα εμφανισιακά. Από περιφερειακά το QJ500-8A έχει τα βασικά και δεδομένης της κατηγορίας που ανήκει αυτό δεν είναι μεμπτό.
Την επόμενη μοτοσυκλέτα την έχουμε γνωρίσει ως SRV500, η QJ Motor την παρουσιάζει όμως ως QJ500 στην επίσημη ιστοσελίδα της. Πρόκειται για ένα σύγχρονο cruiser που αναπαράγει σχεδιαστικά στοιχεία από τα μεγαλύτερου κυβισμού και ισχύος power cruiser.
Θυμίζει αρκετά Kawasaki Vulcan και το γεγονός ότι ρυθμίζονται τα μαρσπιέ του σε ό,τι αφορά στο «μπροστά-πίσω», όπως στην ιαπωνική μοτοσυκλέτα, είναι άλλο ένα στοιχείο που μας κάνει να πιστεύουμε ότι η QJ «εμπνεύστηκε» αρκετά από το μοντέλο των «πράσινων».
Δικύλινδρος σε σειρά κινητήρας 500cc, υγρόψυκτος και οκταβάλβιδος, με 2EEK.
Για την ισχύ μάλλον η QJ έχει κάνει διπλό λάθος στην ιστοσελίδα της, αφού στις δύο φορές που αναφέρεται σε αυτή, κάνει λόγο για 80,4 και για 25,4 ίππους, τιμές δηλαδή που πέφτουν αμφότερες έξω από αυτό θα περιμέναμε από κινητήρα αυτής της χωρητικότητας.
Ξέρουμε όμως από παλαιότερη παρουσίαση ότι το σωστό είναι 48 ίπποι, οι οποίοι μας ακούγονται μια χαρά! Αξίζει επίσης να αναφερθούν ο υποβοηθούμενος συμπλέκτης ολίσθησης, τα LED φώτα, καθώς και το ότι η KYB, αποτελεί την προμηθεύτρια των αναρτήσεων της μοτοσυκλέτας.
Το επόμενο μοντέλο είναι «ευκολάκι» παρά το ότι το QJ500GS δεν αποκαλύπτει και πολλά ως κωδικός. Ουσιαστικά είναι το Benelli ΤRK 502, με λίγο διαφορετική εμφάνιση, ειδικά στο σύνολο μάσκας/ ρύγχους, προορισμένο για την αγορά της Κίνας, με το όνομα SRT.
Πρόκειται για μοντέλο 2021 και μάλλον αποτελεί και προάγγελο των αλλαγών που θα έχει και το ευρωπαϊκό μοντέλο, δηλαδή έγχρωμη TFT οθόνη για πίνακα οργάνων, υποβοηθούμενο συμπλέκτη ολίσθησης και αναρτήσεις της KYB. Οι φωτιζόμενοι διακόπτες παραμένουν.
Ο κινητήρας δεν παρουσιάζει διαφορές, παραμένει ένα δικύλινδρο σε σειρά μηχανικό σύνολο με υγρόψυξη και οκτώ βαλβίδες με την απόδοση λίγο πιο ψηλά από αυτή του Benelli (48,2 έναντι 47,6 ίππους) αλλά αυτό κάλλιστα μπορεί να οφείλεται στις διαφορετικές προδιαγραφές ρύπων και είναι άνευ ουσίας.
H Benelli παράγει εδώ και καιρό μοντέλα με τετρακύλινδρους κινητήρες, το θέμα είναι ότι δεν τα έχουμε δει στην Ευρώπη και ευελπιστούμε ότι αυτό θα αλλάξει σύντομα, αφού οι μοτοσυκλέτες που ακολουθούν είναι πολύ ενδιαφέρουσες. To QJ600GS ή αλλιώς SRK 600, είναι ένα naked με τα όλα του, που θα μπορούσε να σημειώσει πολύ καλές πωλήσεις στα μέρη μας.
Με σύγχρονο τετρακύλινδρο σε σειρά κινητήρα 600cc, απόδοση 80,4 ίππων και πολύ δυναμική εμφάνιση, το SRK 600 φαίνεται να πληροί τις βασικές προϋποθέσεις τις κατηγορίας.
Αλλά φυσικά δεν αρκούν μόνο αυτά και η QJ το γνωρίζει για αυτό και εξόπλισε το μοντέλο με ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα, ψαλίδι αλουμινίου, αναρτήσεις της KYB με αναστραμμένο μπροστινό, φρένα της Βrembo, υποβοηθούμενο συμπλέκτη ολίσθησης, ABS της Bosch, keyless σύστημα, έγχρωμη TFT 5” και Full LED φώτα.
Ξεχάσαμε κάτι; Όχι, αυτά άλλωστε είναι αρκετά για την κατηγορία και μακάρι να δούμε το μοντέλο και στην Ευρώπη με το σήμα της Benelli στο ρεζερβουάρ του!
Για όσους θέλουν προστασία από τον αέρα που θα αυξήσει το τουριστικό βεληνεκές και sport θέση οδήγησης με clipon, η έκδοση QJ600GS-3Β, αποτελεί ακριβώς αυτό, μια «ντυμένη» με ολόσωμο fairing έκδοση της προηγούμενης μοτοσυκλέτας, η οποία φέρει ακριβώς τον ίδιο κινητήρα και το ίδιο επίπεδο εξοπλισμού.
QJ Motor SRB 750 ή QJ750, όπως και αν το πεις, πρόκειται για ένα μεσαίου κυβισμού adventure μοντέλο με τροχό 19” μπροστά, το οποίο διατίθεται επίσης και σε crossover έκδοση με 17” ζάντα μπροστά και ελαστικά με πιο ασφάλτινο προσανατολισμό (120/70 και 160/60, έναντι 110/80 και 150/70).
Ο εξοπλισμός είναι κάπως πιο «μαζεμένος» από τα αντίστοιχα μοντέλα που γνωρίζουμε στις δυτικές αγορές, τουλάχιστον όσον αφορά το «ηλεκτρονικό» κομμάτι και περιλαμβάνει υποβοηθούμενο συμπλέκτη ολίσθησης, ABS της Bosch, αναρτήσεις της KYB, φρένα της Βrembo με ακτινικές δαγκάνες μπροστά και έγχρωμη TFT 5”.
H συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα έχει δρομολογηθεί για την Eυρώπη ως TRK 800, χωρίς να αλλάζει η χωρητικότητα του δικύλινδρου σε σειρά κινητήρα, που θα παραμείνει στα 754cc με μια εκτιμώμενη απόδοση της τάξεως των 80 ίππων.