Η θρυλική Can-Am είναι εδώ… εξηλεκτρισμένη
Είναι η κομψή τους εμφάνιση, είναι το θρυλικό όνομα που επιστρέφει, είναι η εξαιρετική δουλειά που έχει κάνει πάνω στις ολοκαίνουργιες ηλεκτρικές της μοτοσυκλέτες η Can-Am, κι όλα αυτά δημιουργούν ένα ωραιότατο κοκτέιλ που μεταφράζεται σε δυο μοτοσυκλέτες τις οποίες οδηγούμε για πρώτη φορά και μας κερδίζουν άμεσα. Κείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος, Φωτογραφίες: Π. Πετρόπουλος
Ποια είναι η Can-Am και τι σχέση έχει με εμάς;
H Can-Am είναι θυγατρική του Καναδέζικου μεγάλου ομίλου εταιριών Bombardier Recreational Products ή BRP, που δημιουργήθηκε το 1973 με σκοπό να κατασκευάζει μοτοσυκλέτες για χρήση στο χώμα, μοτοκρός και εντούρο.
Οι Can-Am χρησιμοποιούσαν ανέκαθεν κινητήρες της Αυστριακής Rotax (η οποία επίσης ήταν και είναι θυγατρική της Bombardier) και, το σημαντικότερο, είχαν βρεί το δρόμο τους και μέχρι την Ελλάδα. Την αντιπροσωπεία είχε ο κύριος Χριστοφορίδης στη Λ. Θησέως, στην Καλλιθέα, κι εκεί ήταν που έλαμψαν για πρώτη φορά τα “πορτοκαλιά διαμάντια” της Can-Am στη χώρα μας.
Οι Can-Am λατρεύτηκαν στην Ελλάδα από τους χωματερούς, μιας και ήταν ισχυρές, καλοστημένες, ανθεκτικές, εύκολες στη χρήση τους και κυρίως πολύ όμορφες μέσα στο πορτοκαλί αγωνιστικό τους χρώμα. Ναι, η Can-Am είχε υιοθετήσει το πορτοκαλί χρώμα πολύ νωρίτερα από την ΚΤΜ.
“Can-Am” γράφει το “ντεπόζιτο” της μοντέρνας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας, και Rotax στη θέση του κινητήρα. Ακριβώς όπως και τότε.
Δηλαδή, όχι “όπως τότε” – για την ακρίβεια ισχύει ακριβώς το αντίθετο: καμία απολύτως σχέση με το “τότε”.
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως πενήντα περίπου χρόνια αργότερα – από το πρώτο λανσάρισμα των φοβερών και τρομερών δίχρονων της Can-Am που μόλις μπήκαν στο χώμα άρχισαν να κερδίζουν αγώνες – η καναδέζικη εταιρία θα παρουσίαζε μια πλήρως ηλεκτρική μοτοσυκλέτα;
Πάμε όμως να δούμε τι γίνεται με το σήμερα και την αντιπροσωπεία Πέτρος Πετρόπουλος ΑΕΒΕ, εταιρία που αντιπροσωπεύει τα προϊόντα της BRP (από τα Sea-Doo θαλάσσης, τα Ski-Doo για χιόνι, μέχρι τις Can-Am) στην Ελλάδα για 25 περίπου χρόνια και που προσκάλεσε σε παρουσίαση τον ελληνικό Ειδικό Τύπο μοτοσυκλέτας και αυτοκινήτου, για μια πρώτη επαφή με τις δύο ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες στην πίστα καρτ των Μεγάρων.
Οι Can-Am Pulse (δρόμου) και Can-Am Origin (Adventure) είναι διαθέσιμες στο ελληνικό κοινό με τιμές από 14.000 €, μέχρι 17.500 € , συνοδεύονται από το σλόγκαν “Σπάσε το κατεστημένο” (ελεύθερη μετάφραση του “Ditch the Norm” που χρησιμοποιεί η εταιρία) και απευθύνονται σε ένα κοινό που θέλει να αφήσει πίσω του τους κινητήρες εσωτερικής καύσης και να περάσει στους ηλεκτρικούς.
Οι δυο νέες μοτοσυκλέτες έχουν την ίδια πλατφόρμα/βάση, η μία (Pulse) πηγαίνει στην άσφαλτο σαν γυμνή/δρόμου και η άλλη (Origin) πατάει και στο χώμα, σαν δρόμου/εκτός δρόμου, φορώντας μια συστοιχία μπαταριών των 8,9 kWh.
Αμφότερες χρησιμοποιούν φυσικά τον ηλεκτροκινητήρα E-Power της Rotax, ενώ η μετάδοση γίνεται απευθείας στον πίσω τροχό με μια αλυσίδα που βρίσκεται μέσα σε “θήκη-μονόμπρατσο/αλουμινένιο ψαλίδι” μέσα σε λάδι για μείωση των τριβών και μακροζωία της αλυσίδας.
Κινητήρας και με λίγους, αλλά και με πολλούς ίππους
Ο κινητήρας που κρύβεται πίσω από τα καπάκια των Can-Am είναι υγρόψυκτος… όπως και η μπαταρία, όπως και ο ενσωματωμένος φορτιστής! Σταθερή απόδοση και μεγαλύτερη αντοχή στο χρόνο, όπως και επαναφορτίσεις στα θετικά του σημεία.
Ο κινητήρας έχει ιπποδύναμη 47 ίππων (ή 35 KW για να “φροντίζει” τα διπλώματα Α2) με ροπή 7,34 kgm, με επιδόσεις 3,8 μέχρι 4,3 δευτερόλεπτα στην επιτάχυνση 0-100 km/h για Pulse και Origin αντίστοιχα και τελική στα 129 km/h.
Επιπρόσθετα, οι δύο μοτοσυκλέτες είναι διαθέσιμες, ακριβώς ως έχουν, αλλά με τον κινητήρα κατεβασμένο σε ιπποδύναμη για να εμπίπτει στο δίπλωμα Α1, με απόδοση 15 ίππων (11 KW).
Η αυτονομία που πετυχαίνουν οι Can-Am, σύμφωνα με το πρωτόκολλο μετρήσεων WMTC, είναι τα 160 km για το Pulse και 145 για το Origin. Σημειώνουμε πως υπάρχει επίσης και σύστημα ανάκτησης ενέργειας, το οποίο φορτίζει την μπαταρία κατά την επιβράδυνση.
Η επαναφόρτιση κατά 20-80%, γίνεται μέσα σε 50 λεπτά σύμφωνα με την εταιρία.
Υπάρχουν όχι ένα ή δύο, αλλά τρία προγράμματα λειτουργίας του κινητήρα, το ήπιο Eco, το Rain και το γρήγορο Sport+ και για τα δυο μοντέλα, ενώ το Origin διαθέτει ένα ακόμη πρόγραμμα, που λέγεται “Off-Road” και είναι για οδήγηση εκτός δρόμου.
Αναρτήσεις και φρένα
Οι αναρτήσεις των δυο εκδόσεων είναι φυσικά διαφορετικές, της ΚΥΒ – ανεστραμμένο πιρούνι με καλάμια διαμέτρου 43mm μπροστά και διαδρομή στα 255 mm για το Origin και στα 140 mm διαδρομής για το Pulse, που φοράει μικρότερης διαμέτρου καλάμια 41 mm.
Το Origin έχει, βεβαίως, μεγαλύτερη διαδρομή (255 mm) και πίσω, ενώ το Pulse έχει διαδρομή 140 mm.
Οι μεγάλοι τροχοί του Origin φοράνε ακτίνες και έχουν διάμετρο 21 ιντσών μπροστά και 18 πίσω με ημι-τρακτερωτά λάστιχα, ενώ το Pulse έχει χυτές αλουμινίου 17 ιντσών μπροστά-πίσω και λάστιχα δρόμου.
Τα φρένα είναι δίσκος διαμέτρου 320mm μπροστά και δίσκος 240 mm πίσω, της J.Juan με δικάναλο ABS.
Πέρα από τα Origin και Pulse, υπάρχουν και οι σπέσιαλ εκδόσεις “’73” που έχουν πλούσιο εξοπλισμό και κάποιες λεπτομέρειες που τις κάνουν ιδιαίτερες.
Κάνοντας μια βόλτα στην πίστα
Αφού πρώτα περιεργαστήκαμε τις δυο μοτοσυκλέτες, συμφωνώντας όλοι πως η ποιότητα κατασκευής βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, όπως και η εμφάνιση που είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στις “κανονικές”, συμβατικών κινητήρων μοτοσυκλέτες που ξέρουμε, ήρθε η σειρά να τις δοκιμάσουμε στη μικρή ασφάλτινη πίστα.
Το Pulse, το naked δρόμου, έχει χαμηλό τιμόνι και δείχνει τόσο “σφιχτό” που νόμιζες πως πρόκειται για ένα ενιαίο, άκαμπτο σύνολο που κινείται κάτω από τα πόδια σου, ενώ το Origin έχει διαφορετική, πιο όρθια θέση οδήγησης και ψηλότερο τιμόνι, σε πιο βολική θέση για καθημερινή οδήγηση.
Φυσικά το καθένα έχει διαφορετική οδική συμπεριφορά λόγω διαφορετικών αναρτήσεων και διαμέτρου τροχών, με πιο εύκολο στη στενή πίστα να μας φαίνεται το Origin το οποίο … συγχώρησε κι ένα λάθος σε έξοδο με πολύ γκάζι και γλίστρημα του πίσω τροχού. Αντίθετα, το Pulse έδωσε την αίσθηση ότι είναι πιο “απόλυτο”.
Εντυπωσιακή είναι η γρήγορη έκδοση του κινητήρα, με τα 47 άλογα να αποδίδονται προοδευτικά μεν, αλλά τη ροπή να εμφανίζεται πολύ γρήγορα, δίνοντας απολαυστικές στιγμές.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι το ίδιο ίσχυε και στην περίπτωση της πιο αδύναμης (βλ Α1 των 15 ίππων) έκδοσης που η δύναμή της, όμως, ήταν πολύ ικανοποιητική και κατακτούσε “βαθμούς διασκέδασης”… και πάλι λόγω άφθονης ροπής του ηλεκτροκινητήρα.
Όσο δε για το βάρος των 187 κιλών τoυ Οrigin και των 177 κιλών του Pulse… oύτε λόγος, αφού το βάρος είναι σωστά κατανεμημένο, κι έτσι φαίνεται μικρότερο στην πράξη.
Όμως αυτές είναι οι σημειώσεις μιας σύντομης βόλτας λίγων μόλις γύρων σε μια πίστα καρτ. Ανυπομονούμε – πρέπει να ομολογήσουμε – να οδηγήσουμε τα Can-Am στον πραγματικό κόσμο, της πόλης και της χωμάτινης διαδρομής και η αλήθεια είναι πως μια πολύ νοσταλγική νότα επικάθεται πάνω από αυτή τη δοκιμή για τον υπογράφοντα.
Αλλά αυτό είναι κάτι που θα σας αποκαλύψουμε στο επόμενο άρθρο για τα Can-Am…