“Ντουκατισμός” για όλο τον κόσμο
* Κυβισμός: 803 cc *Ιπποδύναμη: 73 hp, στις 8.250rpm * Τελική: 206 km/h, * Βάρος: 180 Kg (κενή) * Τιμή: 12.100 ευρώ
“Ντουκατισμός” είναι ένας αδόκιμος όρος που αναφέρεται στην επέκταση της φιλοσοφίας της Ducati (κινητήρας V-2, ήχος, ροπή και δεσμοδρομικές βαλβίδες) στο ευρύτερο κοινό. Θα μπορούσε να είναι κίνημα, αφού όσοι μπλέκονται στα δίχτυα του δύσκολα ξεμπλέκουν. Τα Ducati Scrambler έχουν φτιαχτεί για αυτό το λόγο σαν τον “προθάλαμο”, σαν το πρώτο βήμα και η Cafe Racer επεκτείνει τη γκάμα τους ακόμα πιο κλασικά και κυρίως στρητάδικα και “καφε-ρεϊσεράδικα”… που είναι και της μόδας.
Μια πολύ ενδιαφέρουσας εμφάνισης μοτοσυκλέτα, η Ducati Scrambler Cafe Racer 800 είχε τραβήξει και τη δική μας προσοχή το 2017.
Oξύμωρο το σχήμα: μια Scrambler που λέγεται Cafe Racer… αφού όταν λέμε Scrambler εννοούμε μια μοτοσυκλέτα δρόμου που μετατράπηκε σε “χωμάτινη” και όταν λέμε Cafe Racer εννοούμε ότι έχουμε μετατρέψει μια μοτοσυκλέτα δρόμου σε ελαφρώς “αγωνιστική”, σπορ παλαιού τύπου.
Τώρα το πως μια Scrambler μπορεί ονομάζεται παράλληλα και Cafe Racer έχει να κάνει κυρίως ότι “Scrambler” ονομάζει πλέον η Ducati αυτή την ιδιαίτερη οικογένεια μοτοσυκλετών της ρετρο-κλασικής εμφάνισης, που τόσο θετικά έχει υποδεχθεί η ευρωπαϊκή αγορά (η ελληνική είναι άλλη ιστορία).
Ήταν ξεκάθαρη η απόφαση της Ducati να δημιουργήσει ένα καινούργιο όνομα στη μοτοσυκλέτα, ένα ξεχωριστό brand από το 2015, το Scrambler, κάτι σαν τα brand name “Mini” και “Vespa”.
Τα Scrambler είναι μια σειρά entry-level δικύλινδρων μοτοσυκλετών, “φθηνών” Ducati, αν υποθέσουμε ότι 12+ χιλιάδες ευρώ είναι οικονομική τιμή για νεο-Ντουκατίστες. Με αυτή την έννοια τα Scrambler δουλεύουν προς την εξάπλωση του “Ντουκατισμού” ανά τον κόσμο…
Το μοντέλο Ducati Scrambler Cafe Racer 800 που δοκιμάσαμε και φωτογραφίσαμε είναι του 2018, το οποίο μικρές διαφορές έχει από το μοντέλο του 2019, όπως: νέο χρωματικό συνδυασμό ασημί-μπλε, νέα σέλα, αλουμινένιο τιμόνι, ζάντες με ακτίνες (πολύ σωστή κίνηση), νέα γραφικά, περισσότερες πληροφορίες στο ψηφιακό όργανο, βελτίωση στον υδραυλικό συμπλέκτη, νέους διακόπτες… όλες τις παρατηρήσεις και βελτιώσεις με λίγα λόγια που προτείναμε μετά τη δοκιμή του ’18αριού, του προηγούμενου μοντέλου!
Από την άλλη θα διαφωνήσουμε με την επιλογή των χρωμάτων της νέας Cafe Racer, αφού μπορεί να είναι μια χαρά το ασημί χρώμα (δείτε την εδώ), αλλά ο μαύρος συνδυασμός δεν έπρεπε να φύγει από τη γκάμα, μιας και το μαύρο χρώμα ήταν, είναι και θα είναι το απόλυτο, εμβληματικό και διαχρονικό χρώμα των Cafe Racer.
Κατάμαυρη λοιπόν η δική μας Ducati Scrambler Cafe Racer με το νούμερο “54” να φιγουράρει στα πλάγιά της. Το “54” μπήκε πάνω στη μοτοσυκλέτα προς τιμήν του σχετικά γνωστού Ιταλού αγωνιζόμενου Bruno Spaggiari που έτρεχε τη δεκαετία του ’50, του ‘60 και του ’70.
Το ενδιαφέρον στην ιστορία του Spaggiari είναι ότι είχε κερδίσει τον πρώτο αγώνα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ταχύτητας που είχε συμμετάσχει – στη Monza στα 125 κυβικά – το 1958, κάτι που δεν κατάφερε να επαναλάβει ποτέ στην αγωνιστική καριέρα του, μέχρι το 1972 που εγκατέλειψε τους αγώνες! Πως τα φέρνει η τύχη ε;
ΕΜΦΑΝΙΣΗ, ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
Η Ducati Scrambler Cafe Racer έχει υψηλή ποιότητα κατασκευής, πλαίσιο και κινητήρας φτιάχνεται στην Ιταλία, στο Borgo Panigale και η συναρμολόγηση γίνεται στην Ταϊλάνδη. Αυτή είναι μια πληροφορία που θα επηρεάζει τον ευρωπαιόφιλο, αλλά και πιο συγκεκριμένα τον ιταλόφιλο μοτοσυκλετιστή που – τι να κάνει; – θα υποκύψει μπροστά στο βάρος του “ελεύθερου” εμπορίου.
Η εμφάνιση της Cafe Racer 800 μένει πιστή στο όνομα και στη φυσιογνωμία της σειράς της οικογένειας, είναι δηλαδή απόλυτα “παραδοσιακή”, φορώντας κλασικό ντεπόζιτο τύπου δάκρυ και σέλα με καμπούρα που θυμίζει αγωνιστικό μονόσελο.
Στην πραγματικότητα η σέλα είναι δύο θέσεων και το πίσω της τμήμα καλύπτεται από πλαστικό καπάκι–καβούκι. Το κάλυμμα αυτό αφαιρείται εύκολα με δύο βίδες σε περίπτωση μεταφοράς δεύτερου ατόμου. Η μοτοσυκλέτα έχει χαμηλό τιμόνι τύπου clip-on και πλαϊνά καπάκια με αριθμούς συμμετοχής προσθέτοντας έτσι πολλούς πόντους στην αγωνιστική εμφάνισή της.
Στην άκρη του τιμονιού είναι στερεωμένοι δύο κοντοί καθρέφτες – μια λύση που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα οι μοτοσυκλέτες και ναι μεν είναι βολική, αλλά δυσκολεύει ελαφρώς τη διήθηση ανάμεσα στα αυτοκίνητα.
Η 800 είναι φυσικά πολύ κομψή με το μαύρο χρώμα κυρίαρχο παντού με τις χρυσές ζάντες και “μαρόν” καφέ κάλυμμα σέλας να κάνουν την ταιριαστή αντίθεση.
Το σύνολο της εμφάνισης της Cafe Racer θέλει να θυμίζει sport μοτοσικλέτα της δεκαετίας του ’60-’70 με αισθητική μίνιμαλ, αφήνοντας τα μηχανικά μέρη σε κοινή θέα, εκπροσωπώντας έτσι άξια την Ducati στην κατηγορία των νέο–ρετρό μοτοσυκλετών
ΠΛΑΙΣΙΟ, ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ, ΦΡΕΝΑ
Σαν βάση, σαν πλατφόρμα για τη δημιουργία του Cafe Racer χρησιμοποιείται το πλαίσιο και ο κινητήρας και πολλά άλλα περιφερειακά από την σειρά Scrambler.
Απλά η γεωμετρία του πλαισίου είναι λίγο διαφορετική από τα υπόλοιπα Scrambler, το οποίο είναι τύπου χωροδικτύωμα – όπως συμβαίνει στα Ducati – με πιο γρήγορη, σπορ γεωμετρία δρόμου πλέον. Η γωνία κάστερ είναι τώρα στις 21,8 μοίρες, προσφέροντας αντίστοιχα κι ένα γρήγορο τιμόνι.
Το πιρούνι είναι ανεστραμμένο με καλάμια διαμέτρου 41mm, κατασκευής της γιαπωνέζικης Kayaba και έχει διαδρομή 150mm. Η οπίσθια ανάρτηση διαθέτει ένα αμορτισέρ κι αυτό ΚΥΒ, τοποθετημένο ασύμμετρα στην αριστερή πλευρά του ψαλιδιού και είναι ρυθμιζόμενο ως προς την προφόρτιση του ελατηρίου.
Στη σύνδεσή του με το ψαλίδι – αλουμινένιο, με μπράτσα σχήματος μπούμερανγκ – δεν παρεμβάλλεται μοχλικό σύστημα. Και η πίσω ανάρτηση έχει μεγάλη διαδρομή τροχού στα 150mm.
Τα φρένα της Ducati Cafe Racer έρχονται από την Brembo και είναι ένας δίσκος για κάθε τροχό. Ο μπροστινός είναι μεγάλης διαμέτρου 330 mm, συνεργάζεται με μονομπλόκ δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ακτινική τρόμπα.
Ο δίσκος καλύπτει οπτικά την αριστερή πλευρά του μπροστινού τροχού, αφήνοντας έτσι την δεξιά ελεύθερη, αναδεικνύοντας την όμορφη, βαμμένη χρυσή, ζάντα με τα 10 της μπράτσα.
Πίσω συναντάμε ένα δίσκο διαμέτρου 245 mm και δαγκάνα ενός εμβόλου, ενώ και τα δύο φρένα υποβοηθούνται από ένα σύστημα ABS της Bosch που έχει τη δυνατότητα να απενεργοποιηθεί.
Τα λάστιχα είναι της Pirelli, διαστάσεων 120/70 μπροστά και 180/55 (!) πίσω. Το μεταξόνιο είναι 1.436 mm, το ύψος σέλας 805 mm και το βάρος της μοτοσικλέτας (γεμάτη) στα 196 κιλά.
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Ο κινητήρας της Ducati Cafe Racer είναι φυσικά δικύλινδρος V (ή L-2 όπως τον αποκαλεί η Ducati) με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών. Eίναι αερόψυκτος, έχει κυβισμό 803 cc, με δύο βαλβίδες σε κάθε κύλινδρο που κινούνται με το μοναδικό δεσμοδρομικό σύστημα της εταιρίας, με απόδοση 73 ίππων στις 8.250 rpm.
Αντίστοιχα η ροπή του φτάνει τα 6,8 kgm στις 7.750 rpm. Η εξάτμιση του ελίσσεται υπέροχα στα δεξιά του κινητήρα για να καταλήξει σε δύο κοντά, μαζεμένα, πολύ όμορφα τελικά.
Η τροφοδοσία γίνεται με ψεκασμό και το κιβώτιο των ταχυτήτων έχει έξι σχέσεις με το συμπλέκτη να είναι υγρός πολύδισκος μονόδρομος (ΑΡTC) έτσι ώστε να λειτουργεί ομαλότερα στα κατεβάσματα των ταχυτήτων και να μην φρενάρει έντονα τον πίσω τροχό.
ΟΔΗΓΩΝΤΑΣ, ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ
Η θέση οδήγησης και αυτό που αντικρύζεις συνολικά σε γυρνάει τουλάχιστον 40 χρόνια πίσω, τοποθετώντας το σώμα σου σε μία ελαφρώς σκυμμένη θέση με το βάρος να μοιράζεται και στους καρπούς των χεριών. Αυτή η θέση οδήγησης δίνει καλή αίσθηση του μπροστινού τροχού ο οποίος βρίσκεται “κάτω από τα χέρια σου”, με την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα να βρίσκεται σε απόλυτη ισορροπία και επιδεικνύει άμεσα ευελιξία και “ζωντανό” χαρακτήρα.
Η σέλα είναι τόσο μαλακή ώστε να δίνει τη βασική άνεση, αλλά θα θέλαμε καλύτερης ποιότητας αφρώδες και σίγουρα κάλυμμα με μεγαλύτερες αντιολισθητικές ιδιότητες. Γενικά η θέση οδήγησης της 800 με την σχετικά ψηλή σέλα ενδείκνυται για ψηλότερα αναστήματα, παρά για χαμηλότερα.
Για να μεταφέρεις δεύτερο άτομο πρέπει να έχεις αφαιρέσει πρώτα το κάλυμμα της σέλας και να το προειδοποιήσεις ότι η διαδρομή θα είναι μικρή, αφού δεν έχει καλή στήριξη και τα τελικά της εξάτμισης είναι κοντά στο δεξί πόδι του.
Αυτό που αντικρίζει ο αναβάτης μπροστά του είναι βασικά ο δρόμος, αφού δεν υπάρχει ζελατίνα ή φέρινγκ, κι ένα στρογγυλό όργανο – με πολλές, αλλά μερικές δυσδιάκριτες, ενδείξεις – που ταιριάζει περίφημα στο χαρακτήρα της μοτοσικλέτας.
Ο ήχος του κινητήρα είναι υπέροχος φυσικά – είναι μανούλες σε κάτι τέτοια οι Ιταλοί – καθαρός Ducati-σιος μπάσος και καθόλου ενοχλητικός.
Συνολικά ο χαρακτήρας του κινητήρα είναι φιλικός από πλευράς απόδοσης, ανεβάζει εύκολα στροφές και επιταχύνει προοδευτικά. Προσφέρει κοντά στους 68 ίππους στον τροχό, δουλεύοντας πάντοτε με ροπή και πολύ καλή απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού, ανεξαρτήτως στροφών.
Από την άλλη ο συμπλέκτης δεν έχει καλή αίσθηση και είναι απότομος στην αποσύμπλεξή του, με το κιβώτιο ταχυτήτων να κρίνεται συνολικά καλό στη λειτουργία του.
Λόγω της αερόψυξης και της διαδρομής των εξατμίσεων στη δεξιά πλευρά του κινητήρα, κάμποση θερμοκρασία εκπέμπεται προς το αντίστοιχο πόδι του αναβάτη μέσα στην αργή κίνηση της πόλης, ενώ οι κραδασμοί που είναι εμφανείς αλλά λίγοι περνούν στη σέλα, προσφέροντας περισσότερο μοτοσυκλετιστική ευχαρίστηση, παρά ενόχληση κατά την οδήγηση.
Οι αναρτήσεις δεν είναι σκληρές και λειτουργούν καλά μέσα στην πόλη προσφέροντας άνεση πάνω στους “βομβαρδισμένους” αθηναϊκούς δρόμους, αλλά πρέπει να κάνεις υποχωρήσεις όταν θες να κινηθείς γρήγορα, σε σπορ ρυθμούς.
Όσο δε για το φαρδύ πίσω λάστιχο των 180/55 μάλλον θα προτιμούσαμε ένα στενότερο, που θα έδινε μεγαλύτερη ταχύτητα στην είσοδο της στροφής και πιο γρήγορες αλλαγές κατεύθυνσης.
Κι έτσι όμως η 800 είναι απολαυστική στο στενό, ορεινό στροφιλίκι με την πρόσφυση των Pirelli Diablo Rosso II να προσφέρουν υπέροχες εμπειρίες, σε συνδυασμό με το φιλικό ροπάτο μοτεράκι που ξέρει να δουλεύει περίφημα στις χαμηλές μεσαίες στροφές.
Το άκαμπτο, καλής ποιότητας πλαίσιο που είναι “δουλεμένο” εδώ και χρόνια πάνω στα Ducati, σου δίνει τη δυνατότητα να φτάνεις τη μοτοσικλέτα στα όριά της χωρίς να προβληματίζεσαι.
Πατώντας τη μικρή – ρυθμιζόμενη – μανέτα του μπροστινού φρένου ο μεγάλος μονός δίσκος προσφέρει καλή επιβράδυνση. Παρότι το πιρούνι είναι μαλακό δεν θα προβληματίσει τον αναβάτη παρά μόνο στο δυνατό φρενάρισμα, αφού βυθίζεται έντονα.
Τα φρένα της Brembo κάνουν πολύ καλή δουλειά από πλευράς δύναμης και αποτελεσματικότητας, με την Ducati Scrambler Cafe Racer να σταματάει σε 35 μέτρα από ταχύτητα 90 km/h και σε 10,5 μέτρα από ταχύτητα 50 km/h.
Από πλευράς επιδόσεων τα πρώτα 400 μέτρα από στάση έρχονται σε χρόνο 12,5 δευτερολέπτων και η πραγματική τελική της μοτοσυκλέτας είναι τα 204 km/h (το κοντέρ δείχνει πάνω από 210).
Η μέση κατανάλωση έφτασε τα 5,5 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα, ενώ στο ταξίδι έπεσε ακόμα πιο χαμηλά. Το ντεπόζιτο είναι 13,3 λίτρων, άρα η αυτονομία φτάνει κοντά στα 240 χιλιόμετρα.
Είναι όμως τα ταξίδια μέσα στις προτεινόμενες χρήσεις της Ducati Scrambler Cafe Racer 800; Μάλλον όχι ή εκτός αν ταξιδεύεις μόνος πάντα με 100-150 km/h, μιας και αν κινηθείς ταχύτερα ο αέρας θα αρχίσει να σε περιποιείται κατάλληλα, λόγω μηδενικής προστασίας. Είναι η αστική χρήση αυτή που προτείνεται για την 800, από “καφέ-σε καφέ”, για συζητήσεις με φίλους μοτοσυκλετιστές και χάζι καθώς η όμορφη κλασική σου Ducati ξεκουράζεται πάνω στο πλαϊνό της στάντ…
ΕΠΙΛΟΓΟΣ, ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Δεν μπορείς να πεις ότι η Ducati Scrambler Cafe Racer είναι μια φτηνή μοτοσικλέτα στα 12.100 ευρώ. Ειδικά όταν αναφερόμαστε σε μια μοτοσυκλέτα που κουβαλάει βασική τεχνολογία πάνω της: αερόψυξη και δύο βαλβίδες στον κύλινδρο, ενώ παράλληλα πρόκειται για μια απλή, όχι εξεζητημένη κατασκευή.
Ο ανταγωνισμός της Cafe Racer έρχεται στη μορφή των Husqvarna 701 Vitpilen, Suzuki SV650, Triumph Street Cup 900, στην κατηγορία των κλασικών μεσαίου-προς υψηλού κυβισμού, αλλά και του Yamaha XSR 900, με τα τελευταία δύο να διαθέτουν παραπάνω κυβικά από την Ducati και τιμή κοντά στις 10.000 ευρώ.
H Ducati Scrambler Cafe Racer είναι μια διαχρονικής εμφάνισης μοτοσυκλέτα που καλύπτει από πλευράς γκάμας την υπόθεση “μοτοσυκλέτα με γραμμές του παρελθόντος”, τις κλασικές αξίες και τις επιδόσεις για τον μοτοσυκλετιστή-νοσταλγό των “παλιών, καλών” δεκαετιών που έφυγαν και δεν ξαναγυρίζουν. Με παρονομαστή, τη σκηνή των Cafe Racer…
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ
- Στο ψηφικό όργανο δεν υπάρχει ένδειξη στάθμης βενζίνης (!) και είναι κάτι που διορθώθηκε στο μοντέλο του ’19.
- Τα service της μοτοσυκλέτας γίνονται κάθε 12.000 km
- Η κόρνα έχει μικρό και δύσχρηστο διακόπτη, ενώ τα δάχτυλά σου μπλέκουν διαρκώς με τον διακόπτη του σινιάλου high beam που προεξέχει άγαρμπα
- Γύρω από τον στρογγυλό προβολέα υπάρχει μικρό “μασκάκι” που τον καλύπτει
- Το μισό owners manual αναφέρεται στο όργανο και τις λειτουργίες του
- Kill switch και μίζα είναι ενσωματωμένα σε έναν διακόπτη
- Η κόρνα έχει αστεία ένταση ενώ ο προβολέας είναι καλής απόδοσης
- Τα αλουμινένια μαρσπιέ του αναβάτη είναι σχετικά στενά με την πάνω τους επιφάνεια να θυμίζουν μαρσπιέ off road
ΥΠΕΡ
- Ροπή, ήχος, ρεπρίζ
- Εμφάνιση
- Ευελιξία, κράτημα
- Φρένα
ΚΑΤΑ
- Τιμή
- Σέλα
- Απότομος συμπλέκτης
- Διακόπτες