H επιστροφή του κλασικού… είναι πάντα στη μόδα
* Κυβισμός: 124 cc * Ιπποδύναμη: 11,5 hp/9.000 rpm * Tελική: 104 km/h * Βάρος: 134 Kg * Τιμή: 2.589 ευρώ
Τους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε ο ερχομός μιας μοτοσυκλέτας που αποτίει φόρο τιμής σε κλασικές μοτοσυκλετιστικές γραμμές του παρελθόντος και παράλληλα η δημοφιλία που σημειώνει στον κόσμο είναι, αν μη τι άλλο, πρώτα παρήγορο και αμέσως μετά αισιόδοξο. Το Brixton BX 125 Classic ανοίγει τα χαρτιά του.
Στην αντίπερα όχθη… των χαλεπών καιρών, υπάρχει η μόδα, η τάση, το trend, που επιτάσσει προσωρινές νόρμες και συγκεκριμένες γραμμές που τα πλήθη των νέων πρέπει να ακολουθήσουν για να είναι “εντός” και όχι “εκτός”.
Οι χίπστερ, οι μουσάτοι, τα συγκεκριμένα κουρέματα και ντυσίματα, τα τατουάζ και το συνολικό μοντέρνο ύφος, με κάποιο τρόπο συνδέεται και με τη μοτοσυκλέτα.
Η μοτοσυκλέτα γίνεται αξεσουάρ για κάποιους, με το κλασικό στιλ να βρίσκει την πόρτα ανοιχτή και να επιστρέφει μαζί με την αναβίωση των cafe racer και των scrambler.
Εδώ κάπου μπαίνει στο κάδρο και το Brixton BX 125 Classic, που την κατάλληλη στιγμή προτείνει βασική μετακίνηση (όντας μόλις 125 κυβικά) με εμφάνιση που δεν είναι συνηθισμένη. Κι αυτό σε συνδυασμό με την τιμή – κοντά στην περιοχή των παπιών – των 2.589 ευρώ κάνει το συνολικό πακέτο ακόμα πιο γοητευτικό.
Πρώτα απ’ όλα πάμε να κάνουμε την αποκωδικοποίηση του ονόματός του. “Μπρίξτον” λέγεται…
Brixton: υποβαθμισμένη συνοικία του νότιου Λονδίνου, που έγινε περισσότερο γνωστή από τις συγκρούσεις μεταξύ του κόσμου με την αστυνομία, τα Brixton riots του 1981.
Guns of Brixton: προφητικό τραγούδι των Clash, από τον δίσκο London calling, Δεκέμβριος 1979.
Brixton motorcycles: πρωτοεμφανιζόμενη (2016) μάρκα που έχει δημιουργηθεί από την αυστριακή εταιρία KSR.
Όνομα εύηχο, ασχέτως αν η λονδρέζικη γειτονιά έχει συνεισφέρει περισσότερο στη μουσική παρά στη μοτοσυκλέτα. Το σημαντικότερο είναι ότι παραπέμπει αυτόματα σε Μεγάλη Βρετανία.
ΕΜΦΑΝΙΣΗ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
Μια καλή συνολικά κατασκευή, είναι το Brixton BX 125 Classic, με μεταλλικό χρώμα στο ρεζερβουάρ (διατίθεται σε τρεις διαφορετικές δίχρωμες εκδόσεις) και πλήρης όσο και συνεπής στο στιλ που προτείνει.
Αυτό και μόνον κάνει το Brixton να ξεχωρίζει από άλλες προτάσεις της αγοράς.
Τα κατάμαυρα περιφερειακά του (όργανο, καθρέφτες, προβολέας, φλας (με διαφανή κρύσταλλα), οπίσθιο φανάρι και συμπαθητικά αυτιά προβολέα είναι μικρά και δείχνουν σαν σύνολο aftermarket υλικών που προσδίδουν “χειροποίητο” χαρακτήρα στο σύνολο. Η εικόνα ενισχύεται από μεταλλικά χρωμιωμένα φτερά και προφυλακτήρα αλυσίδας.
Σέλα – “φραντζόλα” στις επιταγές του στιλ, με χρωμιωμένο σωλήνα κάτω από την θέση του συνεπιβάτη, που χρησιμεύει σαν χειρολαβή ενώ βοηθά και το ανέβασμα της μοτοσυκλέτας στο καλοδεχούμενο κεντρικό σταντ.
Οι υποχρεωτικοί (Euro 4, το μαντέψατε!) πορτοκαλί ανακλαστήρες στις μπότες του πιρουνιού, αποτελούν μοναδική παραφωνία.
Ο σωλήνας της εξάτμισης είναι τυλιγμένος με θερμομονωτική ταινία, κληροδότημα από τα αμερικάνικα bobbers, το αντίστοιχο των βρετανικών café racers από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
“Μόδα είναι, θα περάσει” σκέφτονται οι παλιότεροι μοτοσυκλετιστές, μιας και η γάζα περισσότερο κακό κάνει στη λειτουργία του κινητήρα, παρά καλό (το γιατί θα το αναλύσουμε σε μελλοντικό άρθρο).
Καταλήγει σε χρωμιωμένο σιγαστήρα “λουκάνικο” (pea–shooter), τυπικά εγγλέζικο όσο το Big Ben, η κοινότοπη κουβέντα για τον καιρό και το τσάι στις πέντε (χαμένη παράδοση πια, στον σύγχρονο τρόπο εργασίας και “ζωής”).
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Ο κινητήρας του Brixton, σύμφωνα με την μαμά αυστριακή εταιρία KSR, προέρχεται από την Suzuki (DR/GN125).
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος με δύο βαλβίδες και έναν εκκεντροφόρο επικεφαλής. Η αερόψυξη είναι απόλυτα συνεπής με την εικόνα του Brixton και το φινίρισμά του μοτέρ εξαιρετικό.
Καλοβαμμένος, με καθαρές, απλές γραμμές και βίδες καπακιών με κεφάλι 8 mm και πλάτη, σε υψηλό (ιαπωνικό) επίπεδο κι ας κατασκευάζεται στην Κίνα.
Φυσικά τροφοδοτείται από ψεκασμό (δεν περνάει Euro 4 αλλιώς). Αν διατηρήσει την βαφή του και παράλληλα αποδειχθεί αξιόπιστος θα πρόκειται για ευκαιρία σε αυτήν την τιμή!
Ο κινητήρας είναι υπερτετράγωνος (57,3 x 48,4 mm), με μονοκόμματη κεφαλή. Με σχέδιο της Honda μοιάζει η διάταξη του συμπλέκτη (η πλάκα πίεσης πιέζεται προς τα μέσα και η ντίζα καταλήγει δεξιά στο μοτέρ), όπως και το φυγοκεντρικό φίλτρο λαδιού στο δεξί άκρο του στροφάλου.
Υπάρχει και η παλιά θέση για την τσιμούχα της μανιβέλας, την οποία το στιλ του Brixton θα μπορούσε να συμπεριλάβει. Παρόμοια επίσης με της Honda είναι η διάταξη βαλβίδων και έδρασης κοκκορακιών, τα οποία όμως εδώ διαθέτουν ρουλμάν (rollers) στο άκρο που πιέζεται από τους λοβούς του εκκεντροφόρου. Εφόσον τα υλικά της κατασκευής είναι καλής ποιότητας (όπως αυτά των μοτοκρος CRF450), λειτουργεί περισσότερο αξιόπιστα, με μειωμένη τριβή και λιγότερες απαιτήσεις λίπανσης.
Η μίζα βρίσκεται πίσω από τον κύλινδρο και διακρίνεται και η μακριά βίδα που σφίγγει το σύνολο κύλινδρος – κεφαλή στα κάρτερ, κάτω από το ωραιότατο καρδιόσχημο καπάκι του εκκεντροφόρου.
ΠΛΑΙΣΙΟ – ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ – ΦΡΕΝΑ
Σκελετός τύπου διαμάντι, φέρει τον κρεμαστό (δεν υποβαστάζεται από σωλήνες) κινητήρα σαν ενεργό τμήμα του.
Με μονή κεντρική ραχοκοκαλιά από αρκετά χοντρούς σωλήνες, που φαίνονται ικανοί να φιλοξενήσουν διπλάσια κυβικά και ιπποδύναμη.
Καλοφτιαγμένο μπροστινό σύστημα, με ωραίες και στιβαρές πλάκες πιρουνιού, η επάνω είναι αλουμινένια, η ατσάλινη κάτω σφίγγει το καλάμι με δύο βίδες από κάθε πλευρά, διαθέτει ό,τι θα ήθελε και ο «χιπστερότερος» της ομάδας!
Μαύρο (ματ ή σατινέ) χρώμα παντού, μαύρες αλουμινένιες ζάντες, μαύρα κέντρα τροχών με χοντρές χρωμιωμένες ακτίνες, φυσούνες πιρουνιού στο ίδιο, σωστό χρώμα.
Το μαύρο τιμόνι είναι δυσανάλογα φαρδύ, σύμφωνα με τις επιταγές της συγκεκριμένης μόδας και δυσκολεύει την κίνηση σε στενούς χώρους, ειδικά ανάμεσα από τα ακινητοποιημένα οχήματα στην κυκλοφορία (βρίσκεται ακριβώς στο ύψος των καθρεφτών των αυτοκινήτων).
Το ψαλίδι ελέγχεται από δύο (μαύρα, φυσικά) αμορτισέρ, χρησιμοποιεί σοβαρούς (8 mm) ρυθμιστές αλυσίδας, διάταξη που συνήθως συναντάμε στα 250άρια και είναι αντιγραφή αυτών του Suzuki GN250.
ΟΔΗΓΩΝΤΑΣ, ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ
Σκληρός (για 125) είναι στο τράβηγμα ο συμπλέκτης του Brixton BX 125 Classic και λιγότερο σαφής από τον μέσο όρο, με συμπεριφορά διακόπτη (on–off), που εν τέλει όμως συνηθίζεται χωρίς να προβληματίζει.
Θετικό είναι κιβώτιο και με μικρή διαδρομή στο λεβιέ, έχει πέντε σωστά κλιμακωμένες σχέσεις, είναι όμως θορυβώδες στις αλλαγές, ειδικά στο ανέβασμα-πέρασμα από 1η σε 2α.
Η χαρτογράφηση του ψεκασμού είναι γενικά ικανοποιητική, εκκινεί εύκολα τον κινητήρα ζεστό ή κρύο, δουλεύει καθαρά, με ομαλό ρελαντί και καλή απόκριση στο γκάζι χωρίς να παρουσιάζει κάτι ενοχλητικό.
Η απόδοση του απλού, αερόψυκτου κινητήρα, είναι απλά στοιχειώδης, τα κιλά του Brixton αρκετά και κανένα σύστημα τροφοδοσίας δεν μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό. Πρέπει να ανεβάσει πάνω από τις 7.500-8.000 στροφές για να κινηθεί αξιοπρεπώς και επιταχύνει αργά, έτσι όπως θα απαιτούσε κάποιος από ένα 125άρι καθημερινής μετακίνησης.
Φτάνει τα 90 χαω στην ευθεία, τα 100 σε μακρύτερη ευθεία ή σχετική κατηφόρα, αλλά από εκεί και πέρα τα πράγματα γίνονται δύσκολα. Πρέπει οπωσδήποτε να φορτώσεις την 4η στον κόφτη αν θέλεις κάτι παραπάνω. Ελαφρύτερα, ισοδύναμα παπάκια αφήνουν το Brixton πίσω τους στον δρόμο, πόσο μάλλον τα βελτιωμένα super παπιά.
Λίγο πάνω από τις 11.000 rpm ενεργοποιείται ο κόφτης (να γιατί δεν είναι απαραίτητη η κόκκινη περιοχή στο στροφόμετρο) και όλα τελειώνουν.
Στον αντίποδα των ήπιων επιδόσεων, η εντυπωσιακά χαμηλή κατανάλωση (2,5 lt/100km), ένα πολύ σημαντικό στοιχείο του Brixton BX 125, αφού σε κάνει να ξεχνάς να βάλεις βενζίνη, που, σε συνδυασμό με το δεκατετράλιτρο ρεζερβουάρ, κάνει την στάση για ανεφοδιασμό ποοολύ σπάνια υπόθεση!
Ο κινητήρας δεν παίρνει μπροστά με το πλάγιο σταντ κατεβασμένο, ακόμη και με νεκρά στο κιβώτιο, για λόγους ασφαλείας, ενώ η μίζα γυρίζει κανονικά τον κινητήρα και ακούγονται σκασίματα στην εξάτμιση, σαν να το προσπαθεί, χωρίς όμως αποτέλεσμα!
Μπερδεύεσαι για λίγο μέχρι να συνειδητοποιήσεις τι συμβαίνει, το θυμάσαι, ανεβάζεις το σταντ και όλα στρώνουν! Θα ήταν καλύτερα να εκκινεί ανεξάρτητα από την θέση του πλάγιου σταντ (με νεκρά φυσικά στο κιβώτιο) ώστε να μπορεί να ζεσταίνεται (ειδικά το χειμώνα) για όση ώρα ετοιμάζεται ο αναβάτης.
Στο δρόμο, το πλαίσιο επιβεβαιώνει τη στατική εντύπωση στιβαρότητας, προσφέροντας ενιαία αίσθηση και σε καλεί να εξερευνήσεις τα όρια των ελαστικών ακόμη και με συνεπιβάτη. Οι παλαιότεροι θυμούνται την μάρκα Cheng Shin (ή CST πλέον) σαν μέτρια, η σύγχρονη ενσάρκωσή τους όμως είναι πολύ ικανοποιητική, χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις.
Στις αναρτήσεις, κερδίζει το πιρούνι του Brixton BX 125 Classic που απορροφά τις ανωμαλίες χωρίς να αναστατώνει πλαίσιο και αναβάτη, καθώς τα καταφέρνει καλά ακόμη και πάνω από τις καταραμένες σειρές «ματιών γάτας» (ανακλαστήρες οδοστρώματος) που είναι ικανές να αφαιρέσουν σφραγίσματα από τα δόντια, όταν συναντηθούν με ανεπαρκή ανάρτηση.
Τα αμορτισέρ έχουν υποδεέστερη του πιρουνιού λειτουργία, τα οποία είναι μέτρια για αναβάτες 80-90 κιλών και ακόμη χειρότερα στη μεταφορά συνεπιβάτη.
Είναι όμως προτιμότερο και σχετικά εύκολο να βρεθούν δύο καλύτερες μονάδες, παρά να βελτιωθεί ένα κακό πιρούνι.
Το Brixton BX 125 Classic έχει ένα αρκετά σκληρό μπροστινό φρένο και με ασαφή αίσθηση, κατάσταση που επιβαρύνεται από τον κακό σχεδιασμό της μανέτας, που φέρνει τον δείκτη ακριβώς πάνω στην κορυφή της καμπύλης της, με τα υπόλοιπα δάχτυλα στο κοίλο τμήμα.
Τα συνδεδεμένα φρένα (CBS υποχρεωτικά, τηρώντας τις προδιαγραφές Euro 4) θα ξενίσουν έναν έμπειρο αναβάτη, που έχει μάθει να φρενάρει κυρίως, αν όχι μόνον, με τη χρήση του μπροστινού φρένου.
Αν, καθώς σφίγγεις δυνατά το μπροστινό, πατήσεις και το οπίσθιο φρένο, νιώθεις έναν κραδασμό στην μανέτα του μπροστινού, η οποία απομακρύνεται στιγμιαία και επανέρχεται. Στη συνέχεια συνειδητοποιείς πως η απομάκρυνση της μανέτας δεν μειώνει την δύναμη του φρεναρίσματος.
Από την άλλη, για τον αρχάριο, τα φρένα είναι θαυμάσια. Με το πάτημα του πίσω φρένου ενεργοποιείται και το μπροστινό και μαζί επιβραδύνουν την μικρή μοτοσυκλέτα γρήγορα και με ασφάλεια.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ, ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Όπως υποστηρίζει και το διαφημιστικό τμήμα της εταιρίας, το Brixton στοχεύει στο εξατομικευμένο (Any direction. As long it’s your own.) βρετανικό στιλ. Απευθύνεται και θα ικανοποιήσει απόλυτα, νεαρούς αναβάτες με ανάλογη αισθητική και “μικρό”, πρώτο δίπλωμα.
Με μικρές διαφορές, διατίθεται και σε δύο παραλλαγές ακόμη, scrambler (δείχνει σαν παλιό on/off) και café racer ώστε να μην μείνει κανείς παραπονεμένος! Εκτός από την αδιαμφισβήτητη επιτυχία του σε αυτόν τον τομέα, προσφέρει πλαίσιο, κράτημα και χώρους μεγαλύτερης μοτοσυκλέτας.
Για τα χρήματα που κοστίζει το Brixton BX 125 Classic (2.590 ευρώ) μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί – κάτι που είναι το ζητούμενο σε μια κατηγορία αρχαρίων που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στη μοτοσυκλέτα – τίμιο. Με εμφάνιση που – παρότι είναι κλασικότατη – τελικά ξεχωρίζει και αποπνέει “μπόλικη μοτοσυκλέτα” και ποιότητα.
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ, ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Το τιμόνι κλειδώνει από ξεχωριστή κλειδαριά δεξιά στην κάτω πλάκα του πιρουνιού και όχι από τον κεντρικό διακόπτη (κοινό κλειδί με τον κεντρικό διακόπτη, ευτυχώς)
- Δεν υπάρχει kill switch στο τιμόνι ενώ θα έπρεπε. Αντίθετα υπάρχει κουμπί alarm…
- Διαθέτει και κεντρικό σταντ (εξαιρετικά βολικό για την μικρο-συντήρηση αλυσίδας – τροχών), εκτός από το πλάγιο.
- Με εξαίρεση τα κύρια φώτα (μεσαία/μεγάλη σκάλα), όλες οι υπόλοιπες λάμπες είναι led, ελάχιστης κατανάλωσης.
- Ο προβολέας περιβάλλεται από 18 (ναι, δεκαοκτώ!) λαμπάκια led για φωτισμό θέσης (ημέρας, αν προτιμάτε), ένας μοντέρνος, εντυπωσιακός σχεδιαστικός αυτοσχεδιασμός που, παραδόξως, δεν δείχνει εκτός τόπου.
ΥΠΕΡΠοιότητα κατασκευής, φινίρισμα
- Πλαίσιο – Πιρούνι
- Κατανάλωση
- Τιμή
ΚΑΤΑΕπιδόσεις
- Αμορτισέρ
- Φαρδύ τιμόνι