“Kλοπή-ραϊτ”… DKW: H μοτοσυκλέτα που αντιγράφτηκε περισσότερο από οποιανδήποτε άλλη στον κόσμο!
Ελάχιστα μοντέλα στην ιστορία της μοτοσυκλέτας έχουν αντιγραφεί σε τέτοια μεγάλη κλίμακα από πλήθος κατασκευαστών σε όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μέχρι σήμερα αποτελεί η DKW RT 125, η μικρή σεμνή δίχρονη γερμανική μοτοσυκλέτα, η οποία στήριξε σημαντικές και πασίγνωστες εταιρίες σε Ευρώπη, Ασία, Ρωσία, Ιαπωνία, Αμερική και Ινδία! Κείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος
Η λίστα των αντιγραφέων της DKW RT 125 ξεκινά από τη Γερμανία με την IFA και αργότερα με την MZ, περνάει στη Μ. Βρετανία με την BSA Bantam και την Royal Enfield Flying Flea, στην Ιταλία με τη Moto Morini ΚΤ 125 Sport, την Mi-Val, την Sterzi και την MV Agusta.
Mετά η RT 125 ξεκινάει στις τότε Σοβιετικές Δημοκρατίες με πολλές παραλλαγές όπως οι Moskva M1A, Jawa, SHL, οι WFM, WSK, K-55, K-125, Minsk 125, Motovelo 125 και Csepel, και καταλήγει στην Ιαπωνία με το Yamaha YA-1, την Αμερική με το Harley-Davidson Hummer και την Ινδία με το Rajdoot 125. Η λίστα δεν έχει τελειωμό!
[wp_bannerize group=”dokimi_banner”]
ΜΕΓΑΛΗ ΤΙΜΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ταπεινή μοτοσυκλέτα με μόλις 125cc, αερόψυκτο κινητήρα και εξαιρετικά απλή κατασκευή, να έχει αντιγραφεί … κυριολεκτικά από πλήθος κατασκευαστών σε ολόκληρο τον κόσμο.
Αυτό βέβαια ήταν και το πλεονέκτημά της: εύκολη να κατασκευαστεί και αξιόπιστη, ενσάρκωνε από το 1939 και μετά το βασικό, λαϊκό όχημα μεταφοράς για τις μάζες ανά την υφήλιο.
Η γερμανική DKW είχε σχεδιάσει τη “μοτοσυκλέτα του λαού”, το αντίστοιχο δίτροχο όχημα του Volkswagen που οραματιζόταν ο Χίτλερ.
Πάντως ο τελευταίος δεν σκόπευε να προωθήσει την RT 125 στις μάζες, αφού ο ιδρυτής της DKW δεν ήταν καθαρόαιμος Γερμανός, αλλά Δανός μετανάστης και ονομαζόταν J.S. Rasmussen.
[wp_bannerize group=”last_posts_banner”]
Για μια εταιρία που είχε ξεκινήσει με εμπνευσμένα δίτροχα και εξεζητημένες διατάξεις κινητήρων ήδη από το 1907 στην περιοχή της Σαξονίας, το RT ήταν ένα απλούστατο μοντέλο που απλά ικανοποιούσε τις ανάγκες μεγάλων πληθυσμών για ανεξάρτητη μετακίνηση.
Ο ερχομός του Β’ Παγκ. Πολέμου έθεσε το RT στην υπηρεσία του Γερμανικού Στρατού και η παραγωγή του διάρκεσε μέχρι το 1944.
Mετά τον πόλεμο, η παραγωγή του RT ξεκίνησε στην Αμερικανο-Γαλλο-Αγγλο-κρατούμενη Δυτική Γερμανία, αλλά σε διαφορετική από πριν τοποθεσία, στην πόλη του Inglstadt, το 1949. Με το όνομα DKW φυσικά, αφού οι Δυτικογερμανοί είχαν διατηρήσει τα δικαιώματα.
Στο μεταξύ, τα μηχανολογικά σχέδια (blueprints) του RT από το παλιό εργοστάσιο της DKW στο Zschopau που είχαν περάσει επίσημα στα χέρια των νικητών του Πολέμου, είχαν περιέλθει και στους Σοβιετικούς. Και όχι μόνον τα σχέδια…
Οι Σοβιετικοί που είχαν εισβάλει στη Σαξονία και την περιοχή της μετέπειτα Ανατολικής Γερμανίας, είχαν ξηλώσει το εργοστάσιο της DKW στο Zschopau μέχρι κουφωμάτων και τελευταίας βίδας, μεταφέροντας τα πάντα στη Ρωσία.
Ήδη από το 1946 η παραγωγή της ρωσικής βερσιόν της RT, η Minsk 125, είχε ξεκινήσει – χωρίς ανάρτηση πίσω, όπως ακριβώς και το RT του 1939.
ΟΙ ΒΡΕΤΑΝΟΙ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ τη δική τους παραγωγή, αντιγράφοντας το RT στο εργοστάσιο της ΒSA (Birmingham Small Arms) με την ονομασία Bantam “D1”, τοποθετώντας το πεντάλ του φρένου στην αριστερή πλευρά και το λεβιέ ταχυτήτων δεξιά, όπως και τον συμπλέκτη.
Οι Άγγλοι όσο κι αν “έκαναν τα μαγικά τους” δεν κατάφεραν και πάλι να πετύχουν τη “γερμανική αξιοπιστία”, παρόλο που το Bantam δεν ήταν παρά αντιγραφή της “χωρίς μηχανικά προβλήματα” DKW.
Το Bantam έγινε πολύ δημοφιλές εκτός από την εργατική βρετανική τάξη και στα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα όπου εξαγόταν και πούλησε χιλιάδες κομμάτια, έχοντας για σύμμαχο το όνομα φυσικά, παρόλο που BSA, εκείνη την εποχή, σήμαινε τετράχρονη μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτα.
To 1962 τα διαφημιστικά φυλλάδια της εταιρίας παρουσίαζαν δύο κυβισμούς, έναν στα γνωστά 125 και έναν στα περισσότερα 175 με το Bantam Super. Η παραγωγή των “Bantam” έληξε το 1971 (!) με τελευταίο μοντέλο το 175cc D 175.
ΞEKINΩΝΤΑΣ ΤΟ 1948, ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ αδελφάκι του RT φόρεσε το έμβλημα της Harley-Davidson στο ρεζερβουάρ με πιρούνι παραλληλόγραμμων ράβδων με μονό αμορτισέρ μπροστά (Girder), ελαφρώς αλλαγμένο από αυτό του RT.
Το μοντέλο ονομάστηκε στην Αμερική Hummer, που παραδόξως στα γερμανικά σημαίνει “αστακός”, ενώ στα αγγλικά το όνομα υπαινισσόταν πως ήταν εξαιρετικά φιλικό, ήσυχο και “μουρμούριζε” όταν δούλευε.
Το Hummer που αργότερα παρουσιάστηκε και σαν Scat, Pacer, Ranger, Bobcat (στα 175cc), Super-10 κ.λπ. σε μια προσπάθεια να πουλήσει σε ένα δύσπιστο αγοραστικό κοινό (Harley-Davidson σήμαινε για τους Αμερικανούς πολλά κυβικά και V-2), αποτελούσε σύμφωνα με τη Harley το πρώτο, φθηνό σκαλοπάτι προς την απόκτηση ενός θρυλικού ονόματος.
[wp_bannerize group=”home_down”]
Οι πωλήσεις του, παρά τις διαφημιστικές προσπάθειες, στέφθηκαν με χλιαρά αποτελέσματα, αφού τo Ηummer ήταν πολύ αδύναμο, αργό και συνολικά μέτριο κάνοντας κακό στη φήμη της εταιρίας που της έμελλε να παράγει ασταμάτητα “αντρίκιες”, μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτες.
Το 1952 το πιρούνι έγινε τηλεσκοπικό και το 1953 ο κυβισμός ανέβηκε στα 165cc. Aργότερα τα “Hummer” χρησιμοποίησαν κινητήρες 173cc με ιπποδύναμη από 7.4 μέχρι 12,6hp.
Τα Scat 165 της Harley, τα οποία παρουσιάστηκαν στις αρχές του ’60 με σασμάν τεσσάρων σχέσεων, ελατήριο κάτω από τον κινητήρα και εξάτμιση/μπροστινό φτερό τοποθετημένο ψηλά, θεωρούνται προπομποί των μοτοσυκλετών διπλής προσωπικότητας που τόσο δημοφιλείς έγιναν λίγο αργότερα στις ΗΠΑ!
Το 1966 παράγεται και το τελευταίο των “αντιγραφών RT” της Harley-Davidson, το Bobcat, που χρησιμοποιεί ενιαίο ρεζερβουάρ/σέλα/ουρά από υαλοβάμβακα. Με τις πωλήσεις να έχουν πέσει από τις 10.000 περίπου ετησίως του 1948 στις 1.100!
Στις ΗΠΑ επίσης πουλιόταν μια ακόμα αντιγραφή του RT, που φορούσε το όνομα της θρυλικής Indian (που ξέπεφτε διαρκώς τη δεκαετία του ’50) την οποία δεν κατασκεύαζε η Indian αλλά η CZ στην Τσεχοσλοβακία!
ΣΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ Η ΥΑΜΑΗΑ παρουσιάζει στα μέσα της δεκαετίας του ’50 την πρώτη της προσπάθεια στους δύο τροχούς με το μοντέλο YA -1 να γίνεται παντιέρα μιας εταιρίας που μέχρι τότε ήταν γνωστή για τα μουσικά της όργανα.
Σιγή ιχθύος τήρησε η γιαπωνέζικη εταιρία για το πώς βρέθηκε να κατασκευάζει την ΥΑ για πολλές δεκαετίες, αρνούμενη να δεχθεί πως επρόκειτο για αντιγραφή.
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 ο τότε πρόεδρος της Yamaha έφτασε στο Zschopau για να επισκεφθεί και το εργοστάσιο της νέας ΜΖ, εταιρίας με την οποία η Yamaha διατηρούσε στενούς δεσμούς (και λόγω της συνεργασίας της με τη μαλαισιανή Hong Leong στην οποία ανήκε η ΜΖ).
Ο πρόεδρος “προσκύνησε” το DKW RT 125 στο μουσείο του Augustusburg, αλλά και τον τάφο του θρυλικού αρχιμηχανικού της ΜΖ Walter Kaaden.
Μετά υποσχέθηκε στους Γερμανούς της ΜΖ, ύστερα από αίτημά τους, ότι θα έστελνε στο μουσείο ένα – από τα πολύ σπάνια πλέον – Yamaha YA-1, ως φόρο τιμής προς τη γερμανική τεχνολογία με την οποία ξεκίνησε η Yamaha την πορεία της στο μοτοσυκλετιστικό γίγνεσθαι!
[wp_bannerize group=”banner_split”]
ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ στο επόμενο κεφάλαιο της ιστορίας μας. Με το Zschopau και το παλιό εργοστάσιο της DKW να περνάει μετά τον Β’ Παγκ. Πόλεμο υπό τον έλεγχο των Σοβιετικών και των Ανατολικογερμανών πλέον, η γραμμή παραγωγής ξεκινά και πάλι το 1950.
Παράγοντας φυσικά ένα ακόμα RT 125 με το έμβλημα της DKW και της κρατικής ΙFA μαζί. Το σήμα της “DKW” εξαφανίζεται αργότερα έπειτα από παρέμβαση των Δυτικογερμανών που παράγουν τις DKW στο Ingolstadt και γίνεται σκέτο IFA και πολύ σύντομα MZ.
Πάνω στο ΜΖ RT 125 στήνεται και το επόμενο μεγαλύτερου κυβισμού βήμα της MZ, με 175cc και τον κωδικό “ES”.
Mε τη σειρά του το MZ ES 175 το 1960 παράγεται και στα μικρότερα 150cc. Το 150 πωλείται σε 200.000 κομμάτια (!) συνεχίζοντας την παράδοση της απλής, δίχρονης μοτοσυκλέτας που θα μπορούσε να αποκτηθεί με λίγα σχετικά χρήματα, άντεχε μια ζωή και μπορούσε να επισκευαστεί από οποιονδήποτε με βασικές γνώσεις γύρω από τις μοτοσυκλέτες και τους κινητήρες τους.
ΟΙ ΣΟΒΙΕΤΙΚΟΙ ΔΕΝ ΧΑΝΟΥΝ ΧΡΟΝΟ και σύντομα – το 1946 – δημιουργούν τα πρώτα ρώσικα RT με το όνομα Moskva Μ1 με τις αυθεντικές εργαλειομηχανές της DKW που έχουν μεταφερθεί στο Κοβρόβ, σε ένα πρώην εργοστάσιο παραγωγής όπλων.
Άλλη μια γραμμή παραγωγής αντιγράφεται και κατασκευάζεται στο Μινσκ στη Λευκορωσία δύο χρόνια αργότερα όπου παράγονται τα Minsk 125.
Με τα μοντέλα αυτά να βγαίνουν από τα εργοστάσια σε εκατοντάδες χιλιάδες, το χαμηλότερο τμήμα της δίτροχης “αγοράς” της αχανούς Σοβιετικής Ένωσης ικανοποιείται εν μέρει, ενώ οι βελτιώσεις στα μοντέλα για πολλά χρόνια περιορίζονται στην τοποθέτηση τηλεσκοπικών πιρουνιών μπροστά και αμορτισέρ πίσω.
Το “ανώτερο” τμήμα της αγοράς πάντως χρησιμοποιεί και αυτό τεχνολογία DKW, αφού αντιγράφεται η DKW NZ 350 και παράγεται σε εργοστάσιο στο Ισέβσκ με το όνομα IZH 350 (το όνομα Planeta προστίθεται σύντομα και διατηρείται μέχρι σήμερα για το εργοστάσιο και το μοντέλο) και διατηρεί την μπροστινή ανάρτηση με το μονό αμορτισέρ και τα παραλληλόγραμμα στελέχη μέχρι τις αρχές του ’50.
Απόγονοι αυτής της 350 αλλά και των 125 συνεχίζουν να παράγονται στη Ρωσία, αλλά και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες μέχρι σήμερα, oγδόντα και βάλε χρόνια μετά την πρώτη τους εφαρμογή από το εργοστάσιο της προπολεμικής DKW.
Πέρα από τις παραπάνω γνωστές εταιρίες, ήταν και άλλες που αντέγραψαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα και τον κινητήρα της, σε διάφορα μέρη του κόσμου κι από διάφορα εργοστάσια όπως: Γαλλία – Peugeot 55, Motoconfort 125, Aγγλία – Triumph BDG 125, James Comet 125, Πολωνία – Sokol, WSK, Τσεχοσλοβακία – Jawa CZ, Ιταλία – Maserati, Νορβηγία – Tempo, Ιαπωνία – Colleda, ενώ υπήρχαν κι άλλες αντιγραφές RT που έφταναν μέχρι και την Αργεντινή!
Πόσο πιο λαμπρή θα μπορούσε να είναι η ιστορία του DKW RT 125, της πιο αντιγραμμένης μοτοσυκλέτας στον κόσμο; Κι όπως λένε οι σοφοί “η αντιγραφή είναι η υψηλότερη μορφή κολακείας”…
Ας υποκλιθούμε λοιπόν στο RT, ένα μοντέλο που επηρέασε όσο κανένα άλλο τη μοτοσυκλέτα παγκοσμίως και έμαθε σε εκατομμύρια ανθρώπους τι σημαίνει να ζεις και να κινείσαι πάνω σε δυο τροχούς.