Ιαπωνικά αριστουργήματα
Η Honda είναι η No1 κατασκευάστρια μοτοσυκλετών στον κόσμο. Αυτό προκύπτει βάσει του αριθμού των πωλήσεων και του ετήσιου κύκλου εργασιών, αλλά και σύμφωνα με τη συμβολή και την συνδρομή της εταιρίας στα μοτοσυκλετιστικά πεπραγμένα, τουλάχιστον με μια αντικειμενική θεώρηση. Αν η Honda έχει λοιπόν αυτή τη θέση, ποιες είναι οι σημαντικότερες μοτοσυκλέτες που έχει κατασκευάσει σε βάθος δεκαετιών; Κείμενο: Κώστας Γαμβρούλης
H Honda ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1946 από τον πρακτικό/αυτοδίδακτο μηχανικό Soichiro Honda, με τη συμβολή του συνεργάτη του Τakeo Fujisawa να είναι επίσης σημαντική και –δυστυχώς- συχνά να παραλείπεται.
Ο Honda δεν ήταν απλά ένας ευφυής μηχανικός, ήταν πολύ περισσότερο ένας οραματιστής, ο οποίος δεν ήθελε να ακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά να τις καθορίζει.
Οι βασικές αρχές που προσέδωσε στην εταιρία του ήταν αυτές της εξέλιξης και της βελτίωσης ακόμα και αν για τους σκοπούς αυτούς χρειαζόταν μια παρέκκλιση από την πεπατημένη «ασφαλή» οδό και σκέψη εκτός από τα εκάστοτε στεγανά.
Οι επιδόσεις και οι αγώνες αποτελούσαν και συνεχίζουν να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι για την Honda, ωστόσο ο βασικός πυρήνας της εταιρικής φιλοσοφίας της, θέλει τον άνθρωπο/αναβάτη ως κύριο άξονα στη σχεδίαση και εξέλιξη των μοτοσυκλετών.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η Honda έχει τον πιο «ανθρωποκεντρικό» χαρακτήρα από κάθε άλλη εταιρία, με την έννοια ότι τα δίτροχα που κατασκευάζει διέπονται από μια μοναδική εργονομία και φιλικότητα στη χρήση, είτε πρόκειται για παπιά και σκούτερ, είτε για MX και Superbike.
Είναι αυτό το περιβόητο «μαγικό άγγιγμα» που πολύ συχνά χρησιμοποιούμε στον ειδικό τύπο, για να περιγράψουμε την προσλαμβάνουσα αίσθηση «πλαστικότητας» που έχουν τα μοντέλα της, σαν να έχουν δημιουργηθεί κατά παραγγελία από τον εκάστοτε αναβάτη, προσαρμοζόμενα απόλυτα πάνω του.
H Honda έχει επίσης καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως μια εταιρία με πολύ υψηλό τεχνολογικό προφίλ, οδηγώντας αρκετές φορές τις εξελίξεις ή εκφράζοντας και σε αυτή την περίπτωση μια μοναδικότητα με ορισμένες μηχανολογικές εφαρμογές που όμοιές τους δεν είχε τολμήσει κανένας άλλος κατασκευαστής στην ιστορία.
Τα δίτροχα και οι εκδόσεις τους που έχουν παρουσιαστεί από τη Honda μέχρι σήμερα, ξεπερνούν τις 3.000, ανάγοντάς την σε μια από τις πιο παραγωγικές εταιρίες, έχοντας πραγματικά παρουσία σε όλες τις κατηγορίες, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που έχει… εφεύρει δικές της κατηγορίες, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το X–ADV 750.
Ανάμεσα σε όλα αυτά τα μοντέλα, ξεχωρίζουν όμως κάποια που έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα, ακριβώς γιατί ανέδειξαν περισσότερο τη φιλοσοφία της Honda.
Μερικά προσέδωσαν νέα δυναμική στις κατηγορίες τους, κάποια άλλα αποτέλεσαν φορείς μοναδικών τεχνολογιών και κάποια άλλα καθόρισαν τα στάνταρντ βάσει των οποίων γινόντουσαν οι συγκρίσεις με κάθε ανταγωνιστικό μοντέλο.
Προς αποφυγή… παρεξηγήσεων, στο άρθρο αυτό αναφερόμαστε μόνο σε μοτοσυκλέτες παραγωγής, έστω και περιορισμένης, και όχι σε αγωνιστικά μοντέλα, σκούτερ και παπιά.
HONDA CB77 (1961)
Όταν η Honda ξεκίνησε τις αγωνιστικές επιτυχίες στα GP και στο Isle of Man TT γνώριζε ότι πρέπει να έχει μια μοτοσυκλέτα παραγωγής η οποία θα «μετέφραζε» τη φήμη που σταδιακά αποκτούσε, σε ρευστό στα ταμεία.
Το μοντέλο που ανέλαβε αυτό τον ρόλο ήταν το Honda CB77 του 1961, μια μοτοσυκλέτα με δικύλινδρο σε σειρά κινητήρα 305cc και απόδοση 28 ίππων, ικανών για την επίτευξη μιας τελικής ταχύτητας της τάξεως των 168 km/h, χάρη στο μικρό βάρος των 159 κιλών.
Την εποχή που παρουσιάστηκε, το CB77 ήταν πιο γρήγορο και ελαφρύ από πολλά ευρωπαϊκά μοντέλα, όχι μόνο από τα άμεσα – βάση χωρητικότητας – ανταγωνιστικά αλλά και συγκρινόμενο με μοτοσυκλέτες μεγαλύτερου κυβισμού.
Προετοίμασε το έδαφος για την εποποιία της εταιρίας που θα ακολουθούσε οκτώ χρόνια αργότερα με το CB750 Four, κάνοντας τις δυτικές αγορές να στρέψουν για πρώτη φορά το βλέμμα τους σε αυτή την άγνωστη μέχρι πρότινος ιαπωνική εταιρία.
Γρήγορο, απροβλημάτιστο στην καθημερινή χρήση και –το σημαντικότερο – αξιόπιστο, το CB77 κέρδισε γρήγορα τη φήμη του ιαπωνικού θαύματος, με τους αναβάτες να έχουν μια πρωτόγνωρη εμπειρία οδήγησης και συμβίωσης με μοτοσυκλέτα, χωρίς απρόοπτα και εκπλήξεις.
HONDA CB750 Four (1969)
Πολύ απλά, η μοτοσυκλέτα-αφετηρία για την ιαπωνική παντοκρατορία που διάρκεσε από το 1970 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν η Ευρώπη πήρε ξανά «μπροστά».
Το CB750 Four ήταν μια superbike της εποχής της, προσφέροντας επιδόσεις και αξιοπιστία σε προσιτή τιμή. Πραγμάτωσε το όνειρο πολλών αναβατών να αποκτήσουν μια «μεγάλη και γρήγορη» μοτοσυκλέτα, χωρίς να χρειάζονται ειδικές δεξιότητες για την οδήγησή της, υψηλή τεχνική κατάρτιση για την επισκευή της και πολύ χρήμα για τη συντήρησή της.
Ουσιαστικά δηλαδή, έδωσε το στίγμα των ιαπωνικών μοτοσυκλετών στον κόσμο, αποτελώντας τον καλύτερο πρεσβευτή τους και δεν χαρακτηρίστηκε τυχαία ως η πρώτη UJM (Universal Japanese Motorcycle), ξεκινώντας την περίοδο της μεγάλης «εξωστρέφειας» για τις ιαπωνικές κατασκευάστριες.
To Honda CB750 Four προσέφερε μπροστινό δισκόφρενο και μόνο εκκεντροφόρο στην κεφαλή, τα οποία για τα δεδομένα της εποχής θεωρούνταν τεχνολογικές πρωτοπορίες για μοτοσυκλέτα παραγωγής και μάλιστα αυτής της τιμής.
Συνεχώς εξελισσόμενο, έμεινε στην παραγωγή μέχρι το 1985, με περισσότερες από 500.000 μονάδες να έχουν κατασκευαστεί μέσα σε αυτά τα χρόνια. Αποτελεί πλέον μια από τις πιο θρυλικές ιαπωνικές μοτοσυκλέτες και αδιαμφισβήτητα συμπεριλαμβάνεται στο πάνθεον με τις πιο σημαντικές όλων των εποχών.
HONDA CBX 1050 (1978)
Η ιστορία της μοτοσυκλέτας είναι άμεσα συνδεδεμένη με το κυνήγι των επιδόσεων και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, δεν αποτελούν φυσικά μια χρονική περίοδο εξαίρεσης από το κυνήγι αυτό.
Μετά την Benelli, είναι η Honda αυτή που παρουσιάζει εξακύλινδρη σε σειρά μοτοσυκλέτα παραγωγής, με το CBX να δανείζεται τεχνολογία από τα αγωνιστικά RC της δεκαετίας του 1960 και να παράγεται με στόχο να κατακτήσει τους τίτλους της ισχυρότερης και πιο γρήγορης μοτοσυκλέτας παραγωγής.
Ο κινητήρας ήταν αερόψυκτος, με χωρητικότητα 1.047 κ.εκ και απέδιδε 103 ίππους, προσδίδοντας στη μοτοσυκλέτα πολύ καλές επιδόσεις, με την τελική της να ξεπερνά τα 220 χλμ./ώρα.
Ο στόχος είχε επιτευχθεί για την Honda και το CBX όντως αποτέλεσε κάτι σαν το «Hayabusa» της εποχής εκείνης, κατακτώντας το στέμμα που προσέδιδε κύρος στον κατασκευαστή του.
Το CBX1050 ήταν εκθαμβωτικό για πολλούς λόγους, όχι μόνο για τις επιδόσεις του, καθώς διέθετε τον μεγαλύτερο σε κυβισμό εξακύλινδρο σε σειρά κινητήρα που είχε παραχθεί ποτέ.
Η υποδοχή του από τον ειδικό τύπο της εποχής ήταν διθυραμβική χαρακτηρίζοντας το ως μια από τις πιο προηγμένες τεχνολογικά μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν ποτέ.
HONDA VFR750 (1986)
Το VFR750 αποτέλεσε τον σύγχρονο ορισμό της δημοφιλούς (κάποτε…) κατηγορίας των sport touring μοτοσυκλετών.
Παρουσιάστηκε το 1986 με V4 κινητήρα 750cc, μια διάταξη με την οποία η Honda είχε εμμονή και ιδιαίτερη αδυναμία, οπότε δόθηκε και η ανάλογη προσοχή στην εξέλιξη του μοντέλου.
Καθόλου τυχαίο το γεγονός λοιπόν, ότι το VFR από την πρώτη ακόμα έκδοσή του, πέτυχε μια εκπληκτική ισορροπία μεταξύ του sport και του touring, και οι μοτοσυκλέτες της σειράς αυτής χρησιμοποιούνταν ως σημείο αναφοράς για τη σύγκριση και αξιολόγηση ανταγωνιστικών μοντέλων.
Για την ιστορία, υπήρξαν πιο γρήγορα και πιο άνετα μοντέλα, αλλά την χρυσή τομή των VFR δεν την πέτυχε κανείς.
Πέραν του V4 κινητήρα με το σύστημα γραναζιών για την κίνηση των εκκεντροφόρων, η Honda χρησιμοποίησε τα VFR ως τις πλατφόρμες μοτοσυκλετών παραγωγής, πάνω στις οποίες τοποθετούσε για πρώτη φορά τα τεχνολογικά επιτεύγματά της.
Το μονόμπρατσο ψαλίδι, το συνδυασμένο σύστημα ABS, το σύστημα μεταβλητής βύθισης των βαλβίδων V–Tec και το κιβώτιο διπλού συμπλέκτη DCT, ήταν στοιχεία που παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά σε κάποια από τις εκδόσεις των VFR.
HONDA VFR750R / RC30 (1987)
Tο αγωνιστικό τμήμα της Honda κρατά τα μυστικά του πολύ καλά φυλαγμένα και έτσι όποτε παρουσιάζεται μια racing replica της εταιρίας προκαλεί παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Αυτό συνέβη και το μακρινό πλέον 1987, όταν το διαδίκτυο φυσικά δεν υπήρχε και οι πληροφορίες ήταν ελάχιστες και δυσεύρετες για να μαθαίνει κανείς τα τι και τα πώς των αγωνιστικών μοτοσυκλετών.
Για τις ανάγκες της ομολογκασιόν προκειμένου να συμμετάσχει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK, η Honda παρήγαγε έναν περιορισμένο αριθμό μοτοσυκλετών, που έμοιαζαν σε πάρα πολλά με τις εργοστασιακές αγωνιστικές της.
Το VFR750R ή RC30 όπως ήταν η «κωδική» του ονομασία, αποτελούσε την εποχή εκείνη το απαύγασμα δεκαετιών εμπειρίας σε αγώνες.
Ο κινητήρας του παρά το ότι έμοιαζε με αυτόν των VFR750, έφερε πολλές αλλαγές εσωτερικά, με την ισχύ του στους 118 ίππους και τον στρόφαλό του με διαστήματα ανάφλεξης ανά 360 μοίρες.
Τα περιφερειακά του, για την εποχή τους ήταν κορυφαία, με την Showa και την Nissin να προμηθεύουν με τις ανώτερες επιλογές στη γκάμα τους την Honda.
Το VFR750R αποτέλεσε το V4 (αγωνιστικό) μανιφέστο της Honda, διαχωρίζοντας τη θέση της σε σχέση με τους άλλους Ιάπωνες κατασκευαστές, που επέμεναν σταθερά στον τετρακύλινδρο σε σειρά κινητήρα.
(Tέλος Α’ Μέρους. Συνεχίζεται…)