Ημιαυτόματο, με μίζα και μονή πίσω ανάρτηση
Δεν είχαν περάσει δυο χρόνια από τo 1958 που η Honda είχε λανσάρει στην Ιαπωνία το πετυχημένο Honda Super Cub C100 και η Yamaha ακολούθησε την τάση που διαμορφωνόταν στην αγορά με ένα παρεμφερούς σχεδίασης δίτροχο. Το είχε βαφτίζει Yamaha MF 1, ήταν δίχρονο και φορούσε μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση πίσω, με ένα αμορτισέρ ή μάλλον ένα ελατήριο… Κείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος
Το 1960 ήταν η χρονιά που παρουσιάστηκε το πρώτο παπί αλλά και το πρώτο σκούτερ της Yamaha, πράγμα που υποδεικνύει ότι η γιαπωνέζικη εταιρία – που τα πήγαινε περίφημα στη γιαπωνέζικη αγορά, ξεπερνώντας μερικές φορές και τη Honda – διερευνούσε το κομμάτι της φθηνής και εύκολης μετακίνησης στην πόλη.
Ότι ήθελε η αγορά έπρεπε να ικανοποιείται από πλευράς εταιριών: ήθελε μοτοποδήλατα, σκούτερ, ήθελε παπιά, υβριδικά σκουτερο-μοτοποδήλατα που τότε τα έλεγαν Scooterettes; Στη γκάμα υπήρχαν όλα.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ “ΠΛΑΣΤΙΚΟ” scooter Yamaha SC-1 για τη νέα δεκαετία του ’60 η Yamaha παρουσίασε κι ένα διαφορετικό δίτροχο που έμοιαζε λίγο με “σκούτερ”, αλλά είχε μεγάλους τροχούς μοτοποδηλάτου. Το ονόμασε Yamaha MF-1, αδυνατόντας ίσως να κατανοήσει ότι τα πετυχημένα δίτροχα δεν φορούσαν κωδικούς (Μ, Φ, Ξ, κ.λπ) αλλά ονόματα που τα έκαναν πιο οικεία στο κοινό, όπως για παράδειγμα το Super Cub το “σούπερ κουταβάκι” της Honda.
Η πρώτη καινοτομία του Yamaha MF-1 ήταν το ενσωματωμένο ντεπόζιτο στο πρεσσαριστό, μονοκό (μονοκόματο, ένα κομμάτι) πλαίσιο που ξεκινούσε από το λαιμό του πιρουνιού και με μια καμπύλη στην περιοχή των ποδιών του αναβάτη έφτανε μέχρι την ουρά.
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ήταν μάλλον πιο συντηρητική από το παπί της Honda, αλλά παράλληλα ο μεγαλύτερος όγκος του το έκανε να μοιάζει με μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλετάκι. Οι γραμμές του έρρεαν, το μπροστινό φτερό ήταν μεγάλο και βαθύ για να δέχεται τον τροχό που είχε ανάρτηση με μεγάλους ημιαιωρούμενους βραχίονες και συμπιεσμένα τμήματα ελαστικού που έπαιζαν ρόλο απόσβεσης (τύπου Neidhardt όπως λέγεται η διάταξη) και ήταν κρυμμένα μέσα στο κούφιο πιρούνι, φτιαγμένο από πρεσσαριστά ελάσματα.
ΤΟ ΠΙΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ όμως χαρακτηριστικό του Yamaha MF-1 ήταν η πίσω ανάρτηση που είχε ένα αμορτισέρ, κεντρικά τοποθετημένο, σχεδόν κάθετα κάτω από τη σέλα με το ελατήριο είναι ενσωματωμένο μέσα σε λάστιχο (ονομάζεται τύπου Eligo). Με αυτόν τον τρόπο υπήρχε απόσβεση του χτυπήματος που δεχόταν το αμορτισέρ, υποβοηθώντας το ελατήριο να μην τεντώσει απότομα στην επαναφορά του ή να μην τερματίσει αμέσως κατά την συμπίεσή του. Με αυτό το σύστημα το ελατήριο απορροφούσε το 70 με 75% της δύναμης που δεχόταν και την υπόλοιπη την αναλάμβανε το μεταλλικό ελατήριο.
Πρόκειται για μια τύπου ανάρτηση (Monocross) που θα δούμε καμιά δεκαριά χρόνια αργότερα στα μοτοκρός μοντέλα της Yamaha και αργότερα στα μοντέλα δρόμου. Πάνω που νόμιζες ότι το Crypton X 135 σου με το μονό αμορτισέρ πίσω ήταν μοναδικό ε;
Ο κινητήρας ήταν απλής κατασκευής, δίχρονος, αερόψυκτος 50 κυβικών εκατοστών με περιστροφική βαλβίδα στην τροφοδοσία καυσίμου, που απέδιδε 3,5 ίππους στις 8.000 rpm (0.3 kg / 4.500rpm) με φυγοκεντρικό συμπλέκτη και σαζμάν τριών σχέσεων.
Οι αλλαγές γίνονταν από την αριστερή πλευρά του κινητήρα με διπλό λεβιέ ταχυτήτων και το ενδιαφέρον ήταν ότι δεν υπήρχε μανιβέλα για την εκκίνηση παρά μόνο μίζα!
Λόγω του χαμηλού του βάρους στα 67 μόλις κιλά, του απλού δίχρονου κινητήρα, και του μαζεμένου βάρους του στο κέντρο της κατασκευής, αλλά και λόγω των “λαστιχένιων” αναρτήσεων το Yamaha MF-1 γρήγορα έβγαλε τη φήμη του εύκολου, εύχρηστου και άνετου δίτροχου πόλης.
Η τιμή του έφτανε τα ¥55,000 σε γιαπωνέζικα γιεν, δηλαδή κάπου 420 ευρώ, το 1960.
Το επόμενο παπί της Yamaha ήταν το Yamaha 50 MF-2 που ήρθε στα μέσα του 1962 είχε αφήσει την ιδιαίτερη αισθητική του MF-1 είχε γίνει πιο λεπτό, αλλά είχε διατηρήσει την πλατιά ποδιά για τα κάτω άκρα του αναβάτη, φορούσε τροχούς 16 ιντσών και είχε αφήσει τη μονή οπίσθια ανάρτηση για δυο συμβατικά αμορτισέρ.
ΤΟ ΥΑΜΑΗΑ MF-2 ΕΙΧΕ φορτώσει στην πλάτη του 8 kg περισσότερα από τον προκάτοχό του, αλλά λόγω του ισχυρότερου δίχρονου κινητήρα (4,5 hp, 7.000rpm) κατάφερνε να έχει καλές επιταχύνσεις και να πετυχαίνει την ίδια τελική με το MF-1, τα 70 Km/h.