Swedish Steel
Μια ξεχασμένη ιστορία ενός σημαντικού κατασκευαστή… της Σουηδίας. Μα έφτιαχνε η Σουηδία μοτοσυκλέτες; Αν έφτιαχνε λέει… και μάλιστα καλές, από άριστο σουηδικό ατσάλι. Μια από αυτές τις κατασκευάστριες ήταν και η Monark που παρήγαγε μοτοσυκλέτες για παραπάνω από 60 χρόνια! Κείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος
Πολλές φορές όταν αναφερόμαστε στην ευρωπαϊκή βιομηχανία μοτοσυκλετών, αυτόματα περιοριζόμαστε στην Κεντρική Ευρώπη, ξεχνώντας πως πολλές άλλες χώρες παρήγαγαν για λίγο ή περισσότερο καιρό δίτροχα που αντιμετωπίστηκαν με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία.
Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για τη Σουηδία μόνο, η (πάλαι ποτέ σουηδική) Husqvarna έρχεται αμέσως στο μυαλό των ανθρώπων που γνωρίζουν την ιστορία της μοτοσυκλέτας.
Όμως…. δέκα χρόνια μετά την παρουσίαση της πρώτης μοτοσυκλέτας της Husqvarna (1903) μια ακόμα Σουηδική εταιρία γεννιόταν που έμελλε να γίνει κορυφαία στην τοπική αγορά.
Αρχικά ονομαζόταν Svenska Cykeldepoten, αργότερα μετονομάστηκε σε Cykelfabriken Monark και παρουσίασε το 1913 τις πρώτες της μοτοσυκλέτες που κυκλοφόρησαν με το όνομα Esse (με πρώτο μοντέλο το “Sleipner“).
ΓΙΑ ΑΡΚΕΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΔΙΚΥΚΛΑ της Monark χρησιμοποιούσαν ενισχυμένα πλαίσια ποδηλάτου με κινητήρες.
Το όνομα Esse παρέμεινε μέχρι το 1927, χρονιά που η εταιρία μετονομάστηκε σε Monark και είδε τις πωλήσεις της να ανεβαίνουν κατακόρυφα.
Η Monark δεν κατασκεύασε ποτέ δικό της κινητήρα, αλλά μονίμως τους προμηθευόταν έτοιμους από πλήθος κατασκευαστών της εκάστοτε εποχής.
Στη δεκαετία του ’30 χρησιμοποιούσε κινητήρες της Blackburne και της ILO, παρουσιάζοντας μια γκάμα από τα 250 μέχρι τα 600 κυβικά.
Το 1936 η παραγωγή περιορίστηκε στους μικρούς κυβισμούς, με πιο πετυχημένο μοντέλο της εταιρίας το μοτοποδήλατο της πρώτης φωτογραφίας, (στην κορυφή) του άρθρου, που είχε χειροκίνητο κιβώτιο ταχυτήτων πάνω στην οριζόντια ραχοκοκκαλιά του πλαισίου “τύπου ποδηλάτου” και δίχρονο κινητήρα ILO 98cc.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ του Β’ Παγκ. Πολέμου η Monark παρουσίασε ένα πετυχημένο στρατιωτικό μοντέλο σε συνεργασία με την Albin, απ’ όπου αγόραζε τετράχρονους κινητήρες 500cc Albin/Husqvarna.
Πάνω από 3.300 κομμάτια παράχθηκαν τελικά από τις Albin–Monark για λογαριασμό του Σουηδικού Στρατού.
Πλήθος μοντέλων κατασκευάστηκαν από την Monark για στρατιωτική χρήση, τομέας στον οποίο ειδικεύτηκε μέχρι την πτώχευσή της στη δεκαετία του ’70.
Η εταιρία έπιασε την κορυφαία της στιγμή στη δεκαετία του ’50, οπότε η Monark έγινε η μεγαλύτερη κατασκευάστρια δικύκλων της Σουηδίας.
Οι κινητήρες που χρησιμοποιούνταν τότε ήταν της ILO σε κυβισμούς από 250 – 500 cc.
Τα πιο δημοφιλή μοντέλα ήταν το M500 Blue Ambassador (του ’52) που παρά τον κωδικό του διέθετε κινητήρα 250 cc (δίχρονο, μονοκύλινδρο), το Blue Fighter 88A (’53) με 150cc και το M550 Blue.
Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’60 είδε να παράγονται αρκετά μοντέλα της Monark για τον Σουηδικό στρατό, τακτική που αποδεικνυόταν πάντοτε επικερδής. Αυτή τη φορά η Monark χρησιμοποίησε και κινητήρες της Jawa!
Oι δίχρονοι, δικύλινδροι κινητήρες 350 cc της τσεχοσλοβάκικης εταιρίας ήταν φημισμένοι για τη μεγαλύτερη αξιοπιστία τους σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς και για την εύκολη επισκευή/συντήρησή τους.
Το 1959 η Monark φτάνει στο απόγειο της δόξας της όσον αφορά τους αγώνες.
Ο Σουηδός Sten Lundin κατάφερε να χαρίσει στην εταιρία το πρώτο της και τελευταίο παγκόσμιο πρωτάθλημα motocross στα 500, ενώ ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία των αγώνων motocross που κέρδιζε παγκόσμιο τίτλο Σουηδός αναβάτης με Σουηδική μοτοσυκλέτα.
Ο κινητήρας της πρωταθλήτριας ήταν κατασκευής Albin, ενώ το μοντέλο αυτό ήταν και το πρώτο τετράχρονο Monark που εμφανίστηκε μετά τον Β’ Παγκ. Πόλεμο, με τους φθηνότερους δίχρονους να προτιμώνται λόγω κόστους και μικρού βάρους.
Οι μοτοσυκλέτες της Monark στη δεκαετία του ’60 και του ’70 χρησιμοποιούσαν δίχρονους κινητήρες από 50 (ιταλικούς της Franco Morini) μέχρι 175 κυβικά (της γερμανικής Sachs) πάντα με δύο χρόνους, ενώ παρουσιάστηκαν και μερικά αγωνιστικά off road κυρίως για τη μεγάλη αμερικάνικη αγορά.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 η Monark έκανε ένα μικρό άνοιγμα στο παγκόσμιο πρωτάθλημα ταχύτητας με περιορισμένη επιτυχία όμως. Παρουσίασε ένα μοντέλο 50cc (με αερόψυκτο κινητήρα και περιστροφική) και ένα ιδιαίτερα εμφανίσιμο για τα στάνταρ της εποχής 125 παραγωγής.
ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ του ’70η αγορά είχε αλλάξει και είχε κατακλυσθεί πλέον από γρήγορα, φιλικά, φθηνά και αξιόπιστα γιαπωνέζικα μοντέλα.
Η Monark που εκτός των άλλων είχε χάσει πολλούς διαγωνισμούς για τον εφοδιασμό του Σουηδικού Στρατού – κυρίως από την Husqvarna – έκλεισε το 1975 τις πόρτες της για πάντα όσον αφορά τις μοτοσυκλέτες.
Στην υπερ-εξηντάχρονη ιστορία της η Monark είχε καταφέρει να κατασκευάσει 45 μοντέλα συνολικά!
Mε εμφανή την επιμονή της στο μπλε χρώμα (της σουηδικής σημαίας) στις ονομασίες των μοντέλων της (Blue Αmbassador, Blue Arrow Blue Master, Blue fighter, Blue Stinger, Βlue Traveller, Blue Tourist, Blue Spirit, κ.α.) χρησιμοποίησε κινητήρες από πλήθος κατασκευαστών – Blackburne, Ilo, Jawa, Albin, CZ, Sachs, JB, BSA, Puch, Husqvarna, Ardie – και με το κλείσιμό της η άλλοτε κραταιή σουηδική βιομηχανία μοτοσυκλέτας έγινε φτωχότερη.